ἀντίγραμμα: Difference between revisions

From LSJ

Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn

Menander, Monostichoi, 501
(3)
(1)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀντίγραμμα:''' -ατος, τό = [[ἀντίγραφον]], σε Λουκ.
|lsmtext='''ἀντίγραμμα:''' -ατος, τό = [[ἀντίγραφον]], σε Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀντίγραμμα:''' ατος τό Luc. = [[ἀντίγραφον]].
}}
}}

Revision as of 16:40, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντίγραμμα Medium diacritics: ἀντίγραμμα Low diacritics: αντίγραμμα Capitals: ΑΝΤΙΓΡΑΜΜΑ
Transliteration A: antígramma Transliteration B: antigramma Transliteration C: antigramma Beta Code: a)nti/gramma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A duplicate letter, Luc.Herm.40;=ἀντίγραφον, Gal.17.59.

German (Pape)

[Seite 250] τό, Gegenschrift, Abschrift, Luc. Hermot. 40.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντίγραμμα: τό, = ἀντίγραφον, Λουκ. Ἑρμότ. 40.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
duplicado o copia de una carta, Luc.Herm.40
en plu. copias de tratados de medicina, Gal.17(1).59.

Greek Monolingual

ἀντίγραμμα, το (Α)
αντίγραφο.

Greek Monotonic

ἀντίγραμμα: -ατος, τό = ἀντίγραφον, σε Λουκ.

Russian (Dvoretsky)

ἀντίγραμμα: ατος τό Luc. = ἀντίγραφον.