ἱππόδεσμα: Difference between revisions
From LSJ
(5) |
(2b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἱππόδεσμα:''' -ων, τά ([[δεσμός]]), δεσμοί, λουριά αλόγων, [[ηνία]], χαλινάρια, σε Ευρ. | |lsmtext='''ἱππόδεσμα:''' -ων, τά ([[δεσμός]]), δεσμοί, λουριά αλόγων, [[ηνία]], χαλινάρια, σε Ευρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἱππόδεσμα:''' τά поводья, возжи Eur. | |||
}} | }} |
Revision as of 08:56, 31 December 2018
English (LSJ)
ων, τά,
A horse-bands, reins, E.Hipp.1225: Adj. δακτύλιοι ἱππόδεσμοι,
A snaffle-rings, IG22.1542.25.
German (Pape)
[Seite 1259] τά, Pferdebänder, Zügel, Eur. Hipp. 1275.
Greek (Liddell-Scott)
ἱππόδεσμα: -ων, τά, δεσμοὶ ἵππων, ἡνίαι, μόνον ἐν Εὐριπ. Ἱππ. 1225.
French (Bailly abrégé)
ων (τά) :
sangle, licol.
Étymologie: ἵππος, δεσμός.
Greek Monotonic
ἱππόδεσμα: -ων, τά (δεσμός), δεσμοί, λουριά αλόγων, ηνία, χαλινάρια, σε Ευρ.
Russian (Dvoretsky)
ἱππόδεσμα: τά поводья, возжи Eur.