κατέσθω: Difference between revisions

From LSJ

Ἴσον ἐστὶν ὀργῇ καὶ θάλασσα καὶ γυνή → Mulier et mare sunt isdem plane moribus → In ihrem Naturell sind Frau und Meerflut gleich

Menander, Monostichoi, 264
(5)
(1ba)
Line 10: Line 10:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κατέσθω:''' ποιητ. αντί του προηγ., σε Ανθ.
|lsmtext='''κατέσθω:''' ποιητ. αντί του προηγ., σε Ανθ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=poet. for [[κατεσθίω]], Anth.]
}}
}}

Revision as of 03:00, 10 January 2019

German (Pape)

[Seite 1398] p. = Vorigem, σῦκα κατέσθων Philp. 56 (Plan. 240).

Greek (Liddell-Scott)

κατέσθω: ποιητ. ἀντὶ τοῦ προηγ., Πυθαγ. σ. 713 Gale, Ἀνθ. Πλαν. 4. 240.

Greek Monolingual

κατέσθω (Α)
μεταπλασμένος ποιητ. τ. και μτγν
τ. του κατεσθίω.

Greek Monotonic

κατέσθω: ποιητ. αντί του προηγ., σε Ανθ.

Middle Liddell

poet. for κατεσθίω, Anth.]