μεμετιμένος: Difference between revisions

From LSJ

Τῶν εὐτυχούντων πάντες εἰσὶ συγγενεῖς → Felicium se quisque cognatum vocat → Ein jeder wähnt sich mit den Glücklichen verwandt

Menander, Monostichoi, 510
(5)
(3)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μεμετιμένος:''' Ιων. αντί <i>μεθειμένος</i>, μτχ. Παθ. παρακ. του [[μεθίημι]].
|lsmtext='''μεμετιμένος:''' Ιων. αντί <i>μεθειμένος</i>, μτχ. Παθ. παρακ. του [[μεθίημι]].
}}
{{elru
|elrutext='''μεμετιμένος:''' Her. part. pf. pass. к [[μεθίημι]].
}}
}}

Revision as of 09:52, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεμετιμένος Medium diacritics: μεμετιμένος Low diacritics: μεμετιμένος Capitals: ΜΕΜΕΤΙΜΕΝΟΣ
Transliteration A: memetiménos Transliteration B: memetimenos Transliteration C: memetimenos Beta Code: memetime/nos

English (LSJ)

Ion. for μεθειμένος, pf. part. Pass. of μεθίημι (q.v.).

Greek (Liddell-Scott)

μεμετιμένος: Ἰων. ἀντὶ μεθειμένος, μετοχ. παθ. πρκμ. τοῦ μεθίημι, Ἡρόδ. 5, 108., 6, 1, κτλ.

French (Bailly abrégé)

part. pf. Pass. ion. de μεθίημι.

Greek Monotonic

μεμετιμένος: Ιων. αντί μεθειμένος, μτχ. Παθ. παρακ. του μεθίημι.

Russian (Dvoretsky)

μεμετιμένος: Her. part. pf. pass. к μεθίημι.