περιτοξεύω: Difference between revisions

From LSJ

ξυνῆλθεν ἀτταγᾶς τε καὶ νουμήνιος → birds of a feather flock together, the francolin and the new-moon bird get together

Source
(6)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''περιτοξεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[υπερακοντίζω]], [[ξεπερνώ]] στη [[σκοποβολή]], <i>τινά</i>, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''περιτοξεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, [[υπερακοντίζω]], [[ξεπερνώ]] στη [[σκοποβολή]], <i>τινά</i>, σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''περιτοξεύω:''' перестрелять (τινάς Arph.).
}}
}}

Revision as of 02:08, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιτοξεύω Medium diacritics: περιτοξεύω Low diacritics: περιτοξεύω Capitals: ΠΕΡΙΤΟΞΕΥΩ
Transliteration A: peritoxeúō Transliteration B: peritoxeuō Transliteration C: peritokseyo Beta Code: peritoceu/w

English (LSJ)

   A overshoot, outshoot, τινα Ar.Ach.712 (nisi leg. ὑπερ-).    II shoot to death with arrows, App.Num.3(ip.324 M.) :— Pass., -τοξευθεὶς ὑπὸ τῶν βαρβάρων Aristid.1.125 J.

German (Pape)

[Seite 597] ringsum mit Pfeilen schießen, = ὑπερτοξεύω, ringsum niederschießen, dadurch überwältigen; Ar. Ach. 677; Plut.

Greek (Liddell-Scott)

περιτοξεύω: ὑπερτοξεύω, ὑπερβαίνω εἰς τοξείαν, τινὰ Ἀριστοφ. Ἀχ. 712.

French (Bailly abrégé)

percer de traits lancés de toutes parts.
Étymologie: περί, τοξεύω.

Greek Monolingual

Α
1. εκτοξεύω βέλη από όλες τις διευθύνσεις
2. υπερακοντίζω.

Greek Monotonic

περιτοξεύω: μέλ. -σω, υπερακοντίζω, ξεπερνώ στη σκοποβολή, τινά, σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

περιτοξεύω: перестрелять (τινάς Arph.).