πολυτεκνία: Difference between revisions
From LSJ
Βουλὴν ἅπαντος πράγματος προλάμβανε → Nihil incohes, nisi inito consilio prius → Vor jedem Handeln fasse einen guten Plan
(6) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πολῠτεκνία:''' ἡ, [[αφθονία]] σε [[παιδιά]], σε Αριστ. | |lsmtext='''πολῠτεκνία:''' ἡ, [[αφθονία]] σε [[παιδιά]], σε Αριστ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πολυτεκνία:''' ἡ многодетность Arst. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:04, 31 December 2018
English (LSJ)
ἡ,
A abundance of children, Arist.Rh.1360b20, Hierocl.p.55A.
German (Pape)
[Seite 674] ἡ, das viele Kinder haben, Arist. rhet. 1, 5 u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
πολῠτεκνία: ἡ, τὸ ἔχειν πολλὰ τέκνα, Ἀριστ. Ρητ. 1. 5, 4.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
grand nombre d’enfants.
Étymologie: πολύτεκνος.
Greek Monolingual
η, ΝΑ, και πολλατεκνία Α πολύτεκνος
η ιδιότητα του πολυτέκνου, το να έχει κανείς πολλά παιδιά.
Greek Monotonic
πολῠτεκνία: ἡ, αφθονία σε παιδιά, σε Αριστ.
Russian (Dvoretsky)
πολυτεκνία: ἡ многодетность Arst.