κατειλίσσω: Difference between revisions

From LSJ

μηδενὶ συμφορὰν ὀνειδίσῃς, κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → never mock a disaster, fate is common to all and the future unknown

Source
(2b)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{elru
{{elru
|elrutext='''κατειλίσσω:''' ион. = *[[καθελίσσω]].
|elrutext='''κατειλίσσω:''' ион. = *[[καθελίσσω]].
}}
{{elnl
|elnltext=κατειλίσσω Ion. voor καθελίττω.
}}
}}

Revision as of 13:32, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατειλίσσω Medium diacritics: κατειλίσσω Low diacritics: κατειλίσσω Capitals: ΚΑΤΕΙΛΙΣΣΩ
Transliteration A: kateilíssō Transliteration B: kateilissō Transliteration C: kateilisso Beta Code: kateili/ssw

English (LSJ)

   A v. καθελίσσω.

German (Pape)

[Seite 1394] ion. = καθελίσσω; Her. 7, 181; κατειλίχατο, = κατειλιγμένοι ἦσαν, 7, 76.

Greek (Liddell-Scott)

κατειλίσσω: Ἰων. ἀντὶ καθελίσσω, Ἡρόδ.

Greek Monolingual

κατειλίσσω (Α)
ιων. τ. βλ. καθελίσσω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καθε(ι)λίσσω με ιων. ψίλωση].

Greek Monotonic

κατειλίσσω: Ιων. αντί καθ-ελίσσω.

Russian (Dvoretsky)

κατειλίσσω: ион. = *καθελίσσω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κατειλίσσω Ion. voor καθελίττω.