подкупать: Difference between revisions
From LSJ
Ἢ μὴ ποίει τὸ κρυπτὸν ἢ μόνος ποίει → Aut occulendum nil patra, aut solus patra → Tu nichts Verborgnes oder tue es allein
(5) |
(DvTab) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[καταδωροδοκέω]], [[διαπειράω]], [[καταργυρόω]], [[δεκάζω]], [[φθείρω]], [[ἐκπρίαμαι]], [[προδιαφθείρω]], [[ἐξαρέσκομαι]] | |rueltext=[[κατασκευάζω]], [[ὑποικουρέω]], [[δωροδοκέω]], [[διαφθείρω]], [[πρίαμαι]], [[ὠνέομαι]], [[καταδωροδοκέω]], [[διαπειράω]], [[καταργυρόω]], [[δεκάζω]], [[φθείρω]], [[ἐκπρίαμαι]], [[προδιαφθείρω]], [[ἐξαρέσκομαι]], [[πλήσσω]], [[ἀναπείθω]] | ||
}} | }} |
Revision as of 09:58, 15 October 2019
Russian > Greek
κατασκευάζω, ὑποικουρέω, δωροδοκέω, διαφθείρω, πρίαμαι, ὠνέομαι, καταδωροδοκέω, διαπειράω, καταργυρόω, δεκάζω, φθείρω, ἐκπρίαμαι, προδιαφθείρω, ἐξαρέσκομαι, πλήσσω, ἀναπείθω