διαστολικόν: Difference between revisions
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=diastolikon | |Transliteration C=diastolikon | ||
|Beta Code=diastoliko/n | |Beta Code=diastoliko/n | ||
|Definition=τό, <span class="sense" | |Definition=τό, <span class="sense"> <span class="bld">A</span> [[official notification of payment due]], [[writ]], POxy.68.33 (ii A. D.), al.; in full, δ. ὑπόμνημα <span class="bibl"><span class="title">BGU</span>613.18</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Revision as of 18:45, 10 December 2020
English (LSJ)
τό, A official notification of payment due, writ, POxy.68.33 (ii A. D.), al.; in full, δ. ὑπόμνημα BGU613.18.
Spanish (DGE)
-οῦ, τό
notificación, comunicación y esp. citación, requerimiento judicial o admin. τὸ διαστολικόν: ἐξ ἧς ἐποιησάμην ... διαστολικοῦ μεταδόσεως ... κατὰ Ἡρατίωνος ... POxy.3464.5 (I d.C.), δ. εἰς Γάιον PSI 941.15, οὐ δεόντως μετέδωκέ μοι δ. POxy.68.33, cf. BGU 1574.10, ᾧ ... δ. μετέδομεν περὶ τοῦ μὴ δεόντως ἠγορακέναι POxy.1203.6, cf. PFam.Teb.24.98, PMich.617.10 (todos II d.C.)
•orden de pago, cheque, POxy.533.4 (II/III d.C.)
•tb. como adj. de notificación o citación μεταδόντες αὐτῷ ... διαστολικὸν ὑπόμνημα κατελθεῖν εἰς τὸν διαλογισμόν PRyl.119.32 (I d.C.), cf. PMil.Vogl.265.13, BGU 613.18, PVindob.Salomons 5.15 (todos II d.C.).
Greek Monolingual
διαστολικόν, το (Α)
1. έγγραφη κοινοποίηση του ποσού και της διορίας για οφειλόμενη πληρωμή
2. εντολή για πληρωμή.