θοιναρμόστρια: Difference between revisions
From LSJ
αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων → always strive for excellence and prevail over others (Iliad 6.208, 11.784)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=thoinarmostria | |Transliteration C=thoinarmostria | ||
|Beta Code=qoinarmo/stria | |Beta Code=qoinarmo/stria | ||
|Definition=ἡ, <span class="sense" | |Definition=ἡ, <span class="sense"> <span class="bld">A</span> [[mistress of the banquet]], cult-title, esp. in the worship of Demeter and Kore, in Laconia and Messenia, <span class="title">IG</span>5(1).584, 1498, etc.: spelt <b class="b3">θυν-</b> ib.583, [[σειναρμόστρηα]] ib.229.</span> | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 21:44, 10 December 2020
English (LSJ)
ἡ, A mistress of the banquet, cult-title, esp. in the worship of Demeter and Kore, in Laconia and Messenia, IG5(1).584, 1498, etc.: spelt θυν- ib.583, σειναρμόστρηα ib.229.
Greek (Liddell-Scott)
θοιναρμόστρια: ἡ, ἡ δέσποινα ἡ προϊσταμένη συμποσίου, Ἐπιγραφ. Λακων. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 1430, - 16, -51· θυναρμόστρια, 1435-6· οὕτω, θύναρχος, ἀντὶ θοίν-, ὁ, Ἐπιγρ. Βοιωτ., αὐτόθι 1569.
Greek Monolingual
θοιναρμόστρια, ἡ (Α)
επιγρ. (τίτλος λατρείας, ιδίως της Δήμητρος και της Κόρης στη Λακωνία και στη Μεσσηνία) η δέσποινα, η κυρία, η προϊσταμένη συμποσίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θοίνη + αρμόστρια, θηλ. του αρμοστής].