ἀντιδιαστέλλω: Difference between revisions

From LSJ

ἀναπηδῆσαι πρὸς τὸν πάππον → jumped up on his grandfather's knees, sprang up into his grandfather's lap

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἀντιδιαστέλλω:''' противополагать, противопоставлять (τινί τι Sext.).
|elrutext='''ἀντιδιαστέλλω:''' [[противополагать]], [[противопоставлять]] (τινί τι Sext.).
}}
}}

Revision as of 12:20, 20 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιδιαστέλλω Medium diacritics: ἀντιδιαστέλλω Low diacritics: αντιδιαστέλλω Capitals: ΑΝΤΙΔΙΑΣΤΕΛΛΩ
Transliteration A: antidiastéllō Transliteration B: antidiastellō Transliteration C: antidiastello Beta Code: a)ntidiaste/llw

English (LSJ)

A distinguish, discriminate, Str.10.2.17; ἁπλᾶ καὶ σύνθετα Plot.6.1.29; τι ἀπό τινος Longin.Proll.Heph.p.83C.:—Med., controvert, Sor.2.54. II contrast, oppose, τί τινι S.E.P.1.9; τινὰς πρός τινας D.H.Th.32; τιπρός τι Alex.Aphr.in Metaph.400.17:—Pass., A.D.Synt.14.24.

German (Pape)

[Seite 251] einander entgegensetzen u. dadurch unterscheiden, Dion. Hal.; med., Proleg. Hermog. p. 36.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιδιαστέλλω: διακρίνω ἐκ παραθέσεως δύο πραγμάτων τὸ ἓν ἀπὸ τοῦ ἄλλου, οὐκ ἀντιδιέστειλε δὲ τὴν ὁμωνυμίαν Στραβ. 457· ἀντιδιέστειλε γὰρ ἐκεῖνος ἀπὸ ῥυθμῶν τὰ μέτρα Λογγίνου Ἀποσπ. 3. 5: -Μέσ., ἀντ. πρός τινα Διον. Ἁλ. περὶ Θουκ. 32. ΙΙ. ἀντιτάσσω, ἀντιδιαστέλλομεν αὐτοῖς τὰ νοητὰ Σέξτ. Ἐμπ. π. Π. 1. 9.

Spanish (DGE)

1 distinguir τὴν ὁμωνυμίαν de varios lugares, Str.10.2.17, ἁπλᾶ καὶ σύνθετα Plot.6.1.29, ἀπὸ ῥυθμών τὰ μέτρα Longin.Prol.Heph.4.
2 comparar, oponer c. ac. y dat. αὐτοῖς τὰ νοητά S.E.P.1.9, τὸν νοῦν τῇ σοφίᾳ Gr.Nyss.Apoll.190.7
c. ac. y πρός más ac., πρὸς αὐτὸν (Θηρίον) τὸν Κένταυρον Sch.Arat.441M., ἀντιδιέσταλκε δὲ τὰς κινουμένας πρὸς τὰς μαθηματικάς Alex.Aphr.in Metaph.400.17, cf. en v. pas., A.D.Synt.14.24
en v. med. oponerse πρὸς τοὺς κακούργους D.H.Th.32, τοῖς ῥηθεῖσι Sor.131.8, τῇ συμβολικῇ δικαιοσύνῃ Origenes M.17.153B, Hsch.

Greek Monolingual

ἀντιδιαστέλλω)
παραθέτω και κάνω διάκριση
αρχ.
αντιτάσσω.

Russian (Dvoretsky)

ἀντιδιαστέλλω: противополагать, противопоставлять (τινί τι Sext.).