ῥιξικάζεται: Difference between revisions
From LSJ
αὐτῇ τῇ ψυχῇ αὐτὴν τὴν ψυχὴν θεωροῦντα ἐξαίφνης ἀποθανόντος ἑκάστου → beholding with very soul the very soul of each immediately upon his death
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ") |
|||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[ῥικάζεται]], | |mltxt=Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[ῥικάζεται]], στροβεῖται».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. έχει τη [[μορφή]] ενός εκφραστικού τ. [[αντί]] του [[ῥικάζεται]] (<span style="color: red;"><</span> <i>ῥικ</i>-<i>νός</i>), ενώ δεν αποκλείεται η [[περίπτωση]] να [[είναι]] εσφ.]. | ||
}} | }} |