εὐγέωργος: Difference between revisions

From LSJ

Μὴ φῦναι τὸν ἅπαντα νικᾷ λόγον → Not to be born is, past all prizing, best.

Sophocles, Oedipus Coloneus l. 1225
m (LSJ2 replacement)
m (Text replacement - "νεῑ" to "νεῖ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[εὐγέωργος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> ο [[ευγεώργητος]]<br /><b>2.</b> αυτός που εύκολα μπορεί να διαδοθεί με τη [[διδασκαλία]] («αἱ γὰρ εὐγενεῑς γνῶμαι εὐγέωργοι τυγχάνουσιν», Ιωάνν. Χρυσ.).
|mltxt=[[εὐγέωργος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> ο [[ευγεώργητος]]<br /><b>2.</b> αυτός που εύκολα μπορεί να διαδοθεί με τη [[διδασκαλία]] («αἱ γὰρ εὐγενεῖς γνῶμαι εὐγέωργοι τυγχάνουσιν», Ιωάνν. Χρυσ.).
}}
}}

Revision as of 08:00, 27 May 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐγέωργος Medium diacritics: εὐγέωργος Low diacritics: ευγέωργος Capitals: ΕΥΓΕΩΡΓΟΣ
Transliteration A: eugéōrgos Transliteration B: eugeōrgos Transliteration C: evgeorgos Beta Code: eu)ge/wrgos

English (LSJ)

ον, = εὐγεώργητος.

Greek (Liddell-Scott)

εὐγέωργος: -ον, = τῷ προηγ., Ἰω. Χρυσ. τ. 10, σ. 986C, ἔκδ. Παρισ.

Greek Monolingual

εὐγέωργος, -ον (Α)
1. ο ευγεώργητος
2. αυτός που εύκολα μπορεί να διαδοθεί με τη διδασκαλία («αἱ γὰρ εὐγενεῖς γνῶμαι εὐγέωργοι τυγχάνουσιν», Ιωάνν. Χρυσ.).