ιεροσκόπος: Difference between revisions

From LSJ

Ἔρως, ὅ κατ' ὀμμάτων στάζεις πόθον → Eros who drips desire into the eyes

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ (Α [[ἱεροσκόπος]], -ον)<br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> ὁ [[ἱεροσκόπος]]<br />ο [[ιερομάντης]], αυτός που προλέγει τα μέλλοντα εξετάζοντας τα σπλάχνα τών θυσιαζόμενων ζώων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ιερ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>σκοπος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[σκοπός]]), [[πρβλ]]. <i>οιωνο</i>-<i>σκόπος</i>, <i>ορνεο</i>-<i>σκόπος</i>].
|mltxt=ὁ (Α [[ἱεροσκόπος]], -ον)<br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> ὁ [[ἱεροσκόπος]]<br />ο [[ιερομάντης]], αυτός που προλέγει τα μέλλοντα εξετάζοντας τα σπλάχνα τών θυσιαζόμενων ζώων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ιερ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>σκοπος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[σκοπός]]), [[πρβλ]]. [[οιωνοσκόπος]], [[ορνεοσκόπος]]].
}}
}}

Latest revision as of 18:15, 23 August 2021

Greek Monolingual

ὁ (Α ἱεροσκόπος, -ον)
το αρσ. ως ουσ.ἱεροσκόπος
ο ιερομάντης, αυτός που προλέγει τα μέλλοντα εξετάζοντας τα σπλάχνα τών θυσιαζόμενων ζώων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιερ(ο)- + -σκοπος (< σκοπός), πρβλ. οιωνοσκόπος, ορνεοσκόπος].