μαθηματικά: Difference between revisions
From LSJ
Κατηγορεῖν οὐκ ἔστι καὶ κρίνειν ὁμοῦ → Iudex et accusator esse idem nequit → Wer anklagt, darf nicht auch noch Richter sein zugleich
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[([\p{Cyrillic}]+) или ([\p{Cyrillic}]+)\]\]" to "$1 или ") |
||
Line 3: | Line 3: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''μᾰθημᾰτικά:''' τά<br /><b class="num">1)</b> [[математика]] Arst.;<br /><b class="num">2)</b> [[астрология или астрономия]] Sext. | |elrutext='''μᾰθημᾰτικά:''' τά<br /><b class="num">1)</b> [[математика]] Arst.;<br /><b class="num">2)</b> [[астрология]] или [[астрономия]] Sext. | ||
}} | }} |
Revision as of 08:30, 17 September 2022
Greek Monolingual
τα (AM μαθηματικά)
επιστήμη που έχει ως αντικείμενο μελέτης τις χωρικές μορφές και τις ποσοτικές σχέσεις τών αντικειμένων, όπως αυτές αναπτύχθηκαν από την πρακτική αρίθμησης, μέτρησης και περιγραφής τους
νεοελλ.
1. το σχετικό μάθημα που διδάσκεται στα σχολεία
2. το βιβλίο και το τετράδιο για το μάθημα αυτό.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. του επιθ. μαθηματικός.
Russian (Dvoretsky)
μᾰθημᾰτικά: τά
1) математика Arst.;
2) астрология или астрономия Sext.