Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἐλεγειακός: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil

Plato, Laws, 626e
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=e)legeiako/s
|Beta Code=e)legeiako/s
|Definition=ή, όν, [[elegiac]], πεντάμετρον <span class="bibl">D.H.<span class="title">Comp.</span>25</span>, cf.<span class="bibl">Heph.1.5</span>; [[written in distichs]], ἐπίνικον <span class="bibl">Ath.4.144e</span>, etc.
|Definition=ή, όν, [[elegiac]], πεντάμετρον <span class="bibl">D.H.<span class="title">Comp.</span>25</span>, cf.<span class="bibl">Heph.1.5</span>; [[written in distichs]], ἐπίνικον <span class="bibl">Ath.4.144e</span>, etc.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ά, -όν<br />[[elegíaco]] πεντάμετρον D.H.<i>Comp</i>.25.17, στίχος Heph.1.5, ἐπίνικον ἐ. un epinicio compuesto de dísticos elegíacos</i> Ath.144e.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐλεγειακός''': -ή, -όν, εἰς τὸ [[ἐλεγεῖον]] ἀνήκων, πεντάμετρον ἐλεγειακὸν Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 25: γεγραμμένος ἐν διστίχοις, εἰς ὃν Καλλίμαχος ἐπινίκιον ἐλεγειακὸν ἐποίησε Ἀθήν. 144Ε, κτλ.
|lstext='''ἐλεγειακός''': -ή, -όν, εἰς τὸ [[ἐλεγεῖον]] ἀνήκων, πεντάμετρον ἐλεγειακὸν Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 25: γεγραμμένος ἐν διστίχοις, εἰς ὃν Καλλίμαχος ἐπινίκιον ἐλεγειακὸν ἐποίησε Ἀθήν. 144Ε, κτλ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ά, -όν<br />[[elegíaco]] πεντάμετρον D.H.<i>Comp</i>.25.17, στίχος Heph.1.5, ἐπίνικον ἐ. un epinicio compuesto de dísticos elegíacos</i> Ath.144e.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ἐλεγειακός]], -ή, -όν)<br /><b>1.</b> (για στίχο) αυτός που ανήκει στο [[ελεγείο]] από την [[άποψη]] του μέτρου («ελεγειακό πεντάμετρο», «πεντάμετρον ἐλεγειακόν», «[[ελεγειακός]] [[στίχος]]» — ο [[δακτυλικός]] [[πεντάμετρος]] [[στίχος]] — υυ| — υυ| — | — υυ| — υυ| —<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ελεγειακός]] [[ποιητής]]» ή <b>ως ουσ.</b> [[ελεγειακός]]<br />ο [[ελεγειογράφος]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ελεγειακό [[δίστιχο]]» — [[δίστιχο]] που αποτελείται από ένα δακτυλικό εξάμετρο και ένα δακτυλικό πεντάμετρο<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «ελεγειακό [[ποίημα]]», «ἐπίνικον ἐλεγειακόν» — [[ποίημα]] που αποτελείται από ελεγειακά δίστιχα<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που έχει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ελεγείας<br /><b>2.</b> όποιος χαρακτηρίζεται από τη [[θλίψη]] ή τη [[μελαγχολία]] της θρηνητικής ελεγείας.
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ἐλεγειακός]], -ή, -όν)<br /><b>1.</b> (για στίχο) αυτός που ανήκει στο [[ελεγείο]] από την [[άποψη]] του μέτρου («ελεγειακό πεντάμετρο», «πεντάμετρον ἐλεγειακόν», «[[ελεγειακός]] [[στίχος]]» — ο [[δακτυλικός]] [[πεντάμετρος]] [[στίχος]] — υυ| — υυ| — | — υυ| — υυ| —<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ελεγειακός]] [[ποιητής]]» ή <b>ως ουσ.</b> [[ελεγειακός]]<br />ο [[ελεγειογράφος]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ελεγειακό [[δίστιχο]]» — [[δίστιχο]] που αποτελείται από ένα δακτυλικό εξάμετρο και ένα δακτυλικό πεντάμετρο<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «ελεγειακό [[ποίημα]]», «ἐπίνικον ἐλεγειακόν» — [[ποίημα]] που αποτελείται από ελεγειακά δίστιχα<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που έχει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ελεγείας<br /><b>2.</b> όποιος χαρακτηρίζεται από τη [[θλίψη]] ή τη [[μελαγχολία]] της θρηνητικής ελεγείας.
}}
}}

Revision as of 15:40, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐλεγειακός Medium diacritics: ἐλεγειακός Low diacritics: ελεγειακός Capitals: ΕΛΕΓΕΙΑΚΟΣ
Transliteration A: elegeiakós Transliteration B: elegeiakos Transliteration C: elegeiakos Beta Code: e)legeiako/s

English (LSJ)

ή, όν, elegiac, πεντάμετρον D.H.Comp.25, cf.Heph.1.5; written in distichs, ἐπίνικον Ath.4.144e, etc.

Spanish (DGE)

-ά, -όν
elegíaco πεντάμετρον D.H.Comp.25.17, στίχος Heph.1.5, ἐπίνικον ἐ. un epinicio compuesto de dísticos elegíacos Ath.144e.

German (Pape)

[Seite 793] elegisch; πεντάμετρον Dion. Hal. de C. V. 25; ἐπινίκιον Ath. IV, 144 e; βιβλία XIII, 597 a.

Greek (Liddell-Scott)

ἐλεγειακός: -ή, -όν, εἰς τὸ ἐλεγεῖον ἀνήκων, πεντάμετρον ἐλεγειακὸν Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 25: γεγραμμένος ἐν διστίχοις, εἰς ὃν Καλλίμαχος ἐπινίκιον ἐλεγειακὸν ἐποίησε Ἀθήν. 144Ε, κτλ.

Greek Monolingual

-ή, -ό (Α ἐλεγειακός, -ή, -όν)
1. (για στίχο) αυτός που ανήκει στο ελεγείο από την άποψη του μέτρου («ελεγειακό πεντάμετρο», «πεντάμετρον ἐλεγειακόν», «ελεγειακός στίχος» — ο δακτυλικός πεντάμετρος στίχος — υυ