διάδεσμος: Difference between revisions

From LSJ

φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (pape replacement)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (AM [[διάδεσμος]]) [[διαδέω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[ειδικός]] [[επίδεσμος]] που προστίθεται στον πλατύδεσμο για να τον κάνει ανθεκτικότερο<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[δεσμός]], [[ταινία]] για [[σύνδεση]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[επίδεσμος]].
|mltxt=ο (AM [[διάδεσμος]]) [[διαδέω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[ειδικός]] [[επίδεσμος]] που προστίθεται στον πλατύδεσμο για να τον κάνει ανθεκτικότερο<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[δεσμός]], [[ταινία]] για [[σύνδεση]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[επίδεσμος]].
}}
{{pape
|ptext=ὁ, <i>durchgehendes [[Band]]</i>, Hippocr.
}}
}}

Revision as of 16:53, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διάδεσμος Medium diacritics: διάδεσμος Low diacritics: διάδεσμος Capitals: ΔΙΑΔΕΣΜΟΣ
Transliteration A: diádesmos Transliteration B: diadesmos Transliteration C: diadesmos Beta Code: dia/desmos

English (LSJ)

ὁ, connecting band, Hp.Nat.Puer.14; bandage, Aret.CA1.9; ligature, διαδέσμοις σφίγγων τὰ ἄκρα Philum. ap. Aët.9.12.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ 1 anat. punto de unión, diáfisis (ὑμένες) ἐς ἀλλήλους διαδέσμους ἔχουσιν Hp.Nat.Puer.14, cf. en Erot.31.16.
2 venda, vendaje διαδέσμοις δὲ τῶν ἄκρων εὐτόνως χρῶ Archig. en Gal.13.175, cf. Archig. en Gal.8.90, Aret.CA 1.9.1, Gal.11.181, Aët.8.49, διαδέσμοις σφίγγειν τὰ ἄκρα Philum. en Aët.9.12, cf. Paul.Aeg.2.47.

Greek (Liddell-Scott)

διάδεσμος: ὁ, δεσμός, Ἱππ. 237. 12.

Greek Monolingual

ο (AM διάδεσμος) διαδέω
νεοελλ.
ειδικός επίδεσμος που προστίθεται στον πλατύδεσμο για να τον κάνει ανθεκτικότερο
αρχ.-μσν.
δεσμός, ταινία για σύνδεση
αρχ.
επίδεσμος.

German (Pape)

ὁ, durchgehendes Band, Hippocr.