διαμιμνῄσκομαι: Difference between revisions

From LSJ

τά γε μὰν λίνα πάντα λελοίπει ἐκ Μοιρᾶν → but all the thread granted him by the Fates had run out

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">• Morfología:</b> [sólo tema de perf.]<br /><b class="num">1</b> [[acordarse]], [[recordar]] c. ac. ὅσα ἂν ἀκούσῃ X.<i>Mem</i>.1.4.13, τὰς εὐεργεσίας D.H.4.9<br /><b class="num">•</b>c. gen. [[tener siempre en la memoria]], [[guardar un constante recuerdo]] τῶν σκωμμάτων [[αὐτοῦ]] D.Chr.32.98, τῆς οἴκαδε ἐπανόδου Ph.1.627, τῶν προστάξεων [[αὐτοῦ]] Ph.1.456, cf. 528.<br /><b class="num">2</b> en escritos [[mencionar]] c. gen. τῆς μὲν οὖν πρώτης (ἐκστάσεως) ἐν ταῖς ... γραφείσαις ἄραις διαμέμνηται Ph.1.509, διαγράφων βασιλείαν τοῦ θρόνου καὶ τραβέας διαμέμνηται Lyd.<i>Mag</i>.1.7.
|dgtxt=<b class="num">• Morfología:</b> [sólo tema de perf.]<br /><b class="num">1</b> [[acordarse]], [[recordar]] c. ac. ὅσα ἂν ἀκούσῃ X.<i>Mem</i>.1.4.13, τὰς εὐεργεσίας D.H.4.9<br /><b class="num">•</b>c. gen. [[tener siempre en la memoria]], [[guardar un constante recuerdo]] τῶν σκωμμάτων αὐτοῦ D.Chr.32.98, τῆς οἴκαδε ἐπανόδου Ph.1.627, τῶν προστάξεων αὐτοῦ Ph.1.456, cf. 528.<br /><b class="num">2</b> en escritos [[mencionar]] c. gen. τῆς μὲν οὖν πρώτης (ἐκστάσεως) ἐν ταῖς ... γραφείσαις ἄραις διαμέμνηται Ph.1.509, διαγράφων βασιλείαν τοῦ θρόνου καὶ τραβέας διαμέμνηται Lyd.<i>Mag</i>.1.7.
}}
}}
{{ls
{{ls

Revision as of 19:33, 11 December 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαμιμνῄσκομαι Medium diacritics: διαμιμνῄσκομαι Low diacritics: διαμιμνήσκομαι Capitals: ΔΙΑΜΙΜΝΗΣΚΟΜΑΙ
Transliteration A: diamimnḗiskomai Transliteration B: diamimnēskomai Transliteration C: diamimniskomai Beta Code: diamimnh/|skomai

English (LSJ)

only pf. Pass. διαμέμνημαι, A keep in memory, X. Mem.1.4.13, D.H.4.9. II make mention of, Ph.1.509, Lyd. Mag.1.7.

Spanish (DGE)

• Morfología: [sólo tema de perf.]
1 acordarse, recordar c. ac. ὅσα ἂν ἀκούσῃ X.Mem.1.4.13, τὰς εὐεργεσίας D.H.4.9
c. gen. tener siempre en la memoria, guardar un constante recuerdo τῶν σκωμμάτων αὐτοῦ D.Chr.32.98, τῆς οἴκαδε ἐπανόδου Ph.1.627, τῶν προστάξεων αὐτοῦ Ph.1.456, cf. 528.
2 en escritos mencionar c. gen. τῆς μὲν οὖν πρώτης (ἐκστάσεως) ἐν ταῖς ... γραφείσαις ἄραις διαμέμνηται Ph.1.509, διαγράφων βασιλείαν τοῦ θρόνου καὶ τραβέας διαμέμνηται Lyd.Mag.1.7.

Greek (Liddell-Scott)

διαμιμνῄσκομαι: ἀπαντᾷ μόνον ἐν τῷ παθ. πρκμ. διαμέμνημαι, διατηρῶ ἐν τῇ μνήμῃ, Ξεν. Ἀπομν. 1. 4, 13, Διον. Ἁλ. 4. 9.

Greek Monolingual

διαμιμνήσκομαι (Α)
1. θυμάμαι, διατηρώ στη μνήμη μου
2. μνημονεύω, αναφέρω.