ἄκρητος: Difference between revisions
From LSJ
θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
(CSV import) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἄκρητος:''' ἀκρητο-ποσίη, -[[πότης]], βλ. ἀκρατ-. | |lsmtext='''ἄκρητος:''' ἀκρητο-ποσίη, -[[πότης]], βλ. ἀκρατ-. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=jón. v. [[ἄκρατος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 15:00, 6 October 2022
English (LSJ)
ἀκρητοποσίη, ἀκρητοπότης, v.sub ἄκρατος.
German (Pape)
French (Bailly abrégé)
ion. p. ἄκρατος.
Greek (Liddell-Scott)
ἄκρητος: ἀκρητοποσίη, ἀκρητοπότης, ἴδε ἐν λ. ἀκραί.
English (Autenrieth)
Greek Monolingual
ακρητοποσίη, ακρητοπότης / ἄκρητος, ἀκρητοποσίη, ἀκρητοπότης κ.λπ. (Α)
βλ. άκρατος, ακρατοποσία, ακρατοπότης κ.λπ.
Greek Monotonic
ἄκρητος: ἀκρητο-ποσίη, -πότης, βλ. ἀκρατ-.
Spanish (DGE)
jón. v. ἄκρατος.