χυτικός: Difference between revisions
From LSJ
Ἐλεεινότατόν μοι φαίνετ' ἀτυχία φίλου → Miseria amici mihi suprema est miseria → Am meisten Mitleid, scheint's, heischt eines Freundes Leid
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=chytikos | |Transliteration C=chytikos | ||
|Beta Code=xutiko/s | |Beta Code=xutiko/s | ||
|Definition= | |Definition=χυτική, χυτικόν, ([[χέω]]) [[having a dissolving power]], Arist.''Pr.''863a6, Gal.11.711. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 11:36, 25 August 2023
English (LSJ)
χυτική, χυτικόν, (χέω) having a dissolving power, Arist.Pr.863a6, Gal.11.711.
German (Pape)
[Seite 1385] zum Gießen, Ausgießen geschickt, Galen.
Russian (Dvoretsky)
χῠτικός: χυτός I] растворяющий, разжижающий или мягчительный (καταπλάσματος ἀρετή Arst.).
Greek (Liddell-Scott)
χῠτικός: -ή, -όν, (χέω) ὁ ἔχων διαλυτικὴν δύναμιν, Ἀριστ. Προβλ. 1. 30, Γαλην. τ. 13, σ. 115.
Greek Monolingual
-ή, -όν, Α
αυτός που έχει διαλυτικές ιδιότητες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. χυ- της μηδενισμένης βαθμίδας της ρίζας του ρ. χέω + κατάλ. -τικός].