ὑπερούσιος: Difference between revisions
From LSJ
Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
(a) |
(6_17) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1200.png Seite 1200]] übersubstantiell, K. S. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1200.png Seite 1200]] übersubstantiell, K. S. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ὑπερούσιος''': -ον, ὁ [[ὑπὲρ]] τὴν οὐσίαν ὤν, Πρόκλ. Παρμεν. 630 (36)· τῆς ὑπερουσίου καὶ κρυφίας θεότητος Διονύσ. Ἀρεοπ. σ. 375, κλπ. - Ἐπίρρ. -ίως, [[αὐτόθι]]. ΙΙ. [[ὑπερπλούσιος]], [[λίαν]] [[πλούσιος]], Κ. Πορφυρ. πρὸς τὸν υἱὸν Ρωμ. 14, 68. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:36, 5 August 2017
English (LSJ)
ον,
A above Being, Them.Or.1.8b, Procl.Inst.115, Theol. Plat.3.21, Syrian. in Metaph.5.34. Adv. -ίως Procl.Inst.118,145, Eustr.in EN40.7.
German (Pape)
[Seite 1200] übersubstantiell, K. S.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπερούσιος: -ον, ὁ ὑπὲρ τὴν οὐσίαν ὤν, Πρόκλ. Παρμεν. 630 (36)· τῆς ὑπερουσίου καὶ κρυφίας θεότητος Διονύσ. Ἀρεοπ. σ. 375, κλπ. - Ἐπίρρ. -ίως, αὐτόθι. ΙΙ. ὑπερπλούσιος, λίαν πλούσιος, Κ. Πορφυρ. πρὸς τὸν υἱὸν Ρωμ. 14, 68.