φυλώδης: Difference between revisions

From LSJ

Καὶ ζῶνφαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft

Menander, Monostichoi, 294
m (LSJ1 replacement)
m (LSJ1 replacement)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=fylodis
|Transliteration C=fylodis
|Beta Code=fulw/dhs
|Beta Code=fulw/dhs
|Definition=φυλώδες, [[of many races]], πλῆθος νεοσύλλογον καὶ φ. D.S. 34/5.6.
|Definition=φυλῶδες, [[of many races]], πλῆθος νεοσύλλογον καὶ φ. D.S. 34/5.6.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ῶδες, Α [[φῡλον</i> / <i>φυλής]]<br />αυτός που απαρτίζεται από πολλές φυλές («[[πλῆθος]] νεοσύλλογον καὶ φυλῶδες», <b>Διόδ.</b>).
|mltxt=-ῶδες, Α [[φῡλον</i> / <i>φυλής]]<br />αυτός που απαρτίζεται από πολλές φυλές («[[πλῆθος]] νεοσύλλογον καὶ φυλῶδες», <b>Διόδ.</b>).
}}
}}

Revision as of 06:30, 26 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φῡλώδης Medium diacritics: φυλώδης Low diacritics: φυλώδης Capitals: ΦΥΛΩΔΗΣ
Transliteration A: phylṓdēs Transliteration B: phylōdēs Transliteration C: fylodis Beta Code: fulw/dhs

English (LSJ)

φυλῶδες, of many races, πλῆθος νεοσύλλογον καὶ φ. D.S. 34/5.6.

Greek Monolingual

-ῶδες, Α [[φῡλον / φυλής]]
αυτός που απαρτίζεται από πολλές φυλές («πλῆθος νεοσύλλογον καὶ φυλῶδες», Διόδ.).