περιοδευτικός: Difference between revisions

From LSJ
(c1)
(6_10)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0584.png Seite 584]] ή, όν, zum Herumgehen gehörig, geneigt, Diosc.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0584.png Seite 584]] ή, όν, zum Herumgehen gehörig, geneigt, Diosc.
}}
{{ls
|lstext='''περιοδευτικός''': -ή, -όν, ἐπὶ ἰατρικῆς θεραπείας, [[συστηματικός]], Διοσκ. 7 ἐν τῷ Προοιμ. ΙΙ. ὁ ἱκανὸς νὰ περιλάβῃ τι, [[δεκτικός]], τινος Πτολεμ. Τετράβ. 57, 16.
}}
}}

Revision as of 09:58, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιοδευτικός Medium diacritics: περιοδευτικός Low diacritics: περιοδευτικός Capitals: ΠΕΡΙΟΔΕΥΤΙΚΟΣ
Transliteration A: periodeutikós Transliteration B: periodeutikos Transliteration C: periodeftikos Beta Code: periodeutiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A of a περιοδευτής : -κά, τά, inspector's report, PLips.105.16 (i/ii A. D.).    2 of medical treatment, systematic, Dsc.Ther.Praef. (dub.).    3 making a systematic study of, μαθημάτων Ptol.Tetr.57.    4 = περιοδικός 11, χρόνοι Placit.2.4.13.

German (Pape)

[Seite 584] ή, όν, zum Herumgehen gehörig, geneigt, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

περιοδευτικός: -ή, -όν, ἐπὶ ἰατρικῆς θεραπείας, συστηματικός, Διοσκ. 7 ἐν τῷ Προοιμ. ΙΙ. ὁ ἱκανὸς νὰ περιλάβῃ τι, δεκτικός, τινος Πτολεμ. Τετράβ. 57, 16.