ἀντιλογικός: Difference between revisions

From LSJ
(13_5)
(6_11)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0255.png Seite 255]] geschickt im Widersprechen, Disputiren, spitzfindig, Ar. Nubb. 1155; öfter Plat. ἡ ἀντιλογική, sc. [[τέχνη]], Phaed. 261 d, die Disputirkunst, Sophistik; auch τὸ ἀντιλογικόν, Soph. 225 b; λόγοι ἀντιλ., Gegenreden, Phaed. 90 b. – Adv. ἀντιλογικῶς, Theaet. 164 c.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0255.png Seite 255]] geschickt im Widersprechen, Disputiren, spitzfindig, Ar. Nubb. 1155; öfter Plat. ἡ ἀντιλογική, sc. [[τέχνη]], Phaed. 261 d, die Disputirkunst, Sophistik; auch τὸ ἀντιλογικόν, Soph. 225 b; λόγοι ἀντιλ., Gegenreden, Phaed. 90 b. – Adv. ἀντιλογικῶς, Theaet. 164 c.
}}
{{ls
|lstext='''ἀντιλογικός''': -ή, -όν, ὁ ἀγαπῶν ἢ ὁ [[ἐπιτήδειος]] νὰ ἀντιλέγῃ, [[ἐριστικός]], [[φιλόνεικος]], Ἀριστοφ. Νεφ. 1173, Ἰσοκρ. 319Β, Πλάτ. Θεαίτ. 197Α, καὶ ἀλλαχοῦ: ― ἡ ἀντιλογικὴ (δηλ. [[τέχνη]]), ἡ [[τέχνη]] τοῦ ἀντιλέγειν ἢ τοῦ ἀντλεῖν ἐπιχειρήματα ἐκ τῶν ἀντιλεγόντων, ὁ αὐτ. Πολ. 453Ε, Φαῖδρ. 261D· οὕτω, τὸ ἀντιλογικὸν ὁ αὐτ. Σοφιστ. 225Β: ― οἱ ἀντιλογικοί, οἱ ἐξησκημένοι εἰς τὴν ἀντιλογικὴν τέχνην, ὁ αὐτ. Λύσ. 216Α· καὶ ἐπὶ τῶν ἐπιχειρημάτων αὐτῶν, οἱ περὶ τοὺς ἀντιλογικοὺς λόγους διατρίψαντες ὁ αὐτ. Φαίδων 90Β, πρβλ. 101Ε. ― Ἐπίρρ. -κῶς, κατὰ τὸν τρόπον τῶν τοιούτων ἀνθρώπων, ὁ αὐτ. Θεαίτ. 164C.
}}
}}

Revision as of 11:31, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιλογικός Medium diacritics: ἀντιλογικός Low diacritics: αντιλογικός Capitals: ΑΝΤΙΛΟΓΙΚΟΣ
Transliteration A: antilogikós Transliteration B: antilogikos Transliteration C: antilogikos Beta Code: a)ntilogiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A given to contradiction, disputatious, Ar.Nu.1173, Isoc.15.48, Ph.1.412, Sor.1.14, Pl.Tht. 197a, al.: ἡ -κή (sc. τέχνη) the art of disputation, Id.R.454a, Phdr. 261d; τὸ-κόν Id.Sph.225b: οἱ -κοί persons skilled in this art, Id.Ly. 216a, Phd.101e; of arguments, οἱ περὶ τοὺς ἀντιλογικοὺς λόγους διατρίψαντες ib.900: [λόγοι] -κοί, οἱ, title of work by Protagoras, D.L.3.37. Adv. -κῶς in the manner of such disputants, Pl.Tht.164c.

German (Pape)

[Seite 255] geschickt im Widersprechen, Disputiren, spitzfindig, Ar. Nubb. 1155; öfter Plat. ἡ ἀντιλογική, sc. τέχνη, Phaed. 261 d, die Disputirkunst, Sophistik; auch τὸ ἀντιλογικόν, Soph. 225 b; λόγοι ἀντιλ., Gegenreden, Phaed. 90 b. – Adv. ἀντιλογικῶς, Theaet. 164 c.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιλογικός: -ή, -όν, ὁ ἀγαπῶν ἢ ὁ ἐπιτήδειος νὰ ἀντιλέγῃ, ἐριστικός, φιλόνεικος, Ἀριστοφ. Νεφ. 1173, Ἰσοκρ. 319Β, Πλάτ. Θεαίτ. 197Α, καὶ ἀλλαχοῦ: ― ἡ ἀντιλογικὴ (δηλ. τέχνη), ἡ τέχνη τοῦ ἀντιλέγειν ἢ τοῦ ἀντλεῖν ἐπιχειρήματα ἐκ τῶν ἀντιλεγόντων, ὁ αὐτ. Πολ. 453Ε, Φαῖδρ. 261D· οὕτω, τὸ ἀντιλογικὸν ὁ αὐτ. Σοφιστ. 225Β: ― οἱ ἀντιλογικοί, οἱ ἐξησκημένοι εἰς τὴν ἀντιλογικὴν τέχνην, ὁ αὐτ. Λύσ. 216Α· καὶ ἐπὶ τῶν ἐπιχειρημάτων αὐτῶν, οἱ περὶ τοὺς ἀντιλογικοὺς λόγους διατρίψαντες ὁ αὐτ. Φαίδων 90Β, πρβλ. 101Ε. ― Ἐπίρρ. -κῶς, κατὰ τὸν τρόπον τῶν τοιούτων ἀνθρώπων, ὁ αὐτ. Θεαίτ. 164C.