ἔγχυλος: Difference between revisions

From LSJ

ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in

Source
(c1)
(6_17)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0714.png Seite 714]] saftig, Theophr.; auch κρεάδια, Alexis bei Ath. IX, 383 d.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0714.png Seite 714]] saftig, Theophr.; auch κρεάδια, Alexis bei Ath. IX, 383 d.
}}
{{ls
|lstext='''ἔγχῡλος''': -ον, ὁ ἔχων ἐν ἑαυτῷ χυλόν, τὰ ὄσπρια θερίζουσιν ἐγχυλότερα καὶ πρὸς τὸ δύνασθαι συλλέγειν, ξηρανθέντα γὰρ διαρρεῖ Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 4. 13, 3: «ζουμερὸς» [[γευστικός]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ἀπεξηραμμένος, τὰ κρεάδι’ ἔσται τ’ οὐκ ἀπεξηραμμένα, ἔγχυλα δ’ ἀτρεμεὶ καὶ δροσώδη Ἄλεξ. ἐν «Λέβητι» 5. 12. - Ἐπίρρ. -λως Ἀρχιγ. παρὰ Γαλην. 8. σ. 156.
}}
}}

Revision as of 09:20, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔγχῡλος Medium diacritics: ἔγχυλος Low diacritics: έγχυλος Capitals: ΕΓΧΥΛΟΣ
Transliteration A: énchylos Transliteration B: enchylos Transliteration C: egchylos Beta Code: e)/gxulos

English (LSJ)

ον,

   A juicy, succulent, Hp.Aff.59, Thphr.CP6.11.15 (Comp.); ἰχθύς Agatharch.40; savoury, Alex. 124.12; soft-boiled, of eggs, Gal.6.707. Adv. -λως dub. in Archig. ap. Gal.8.931.

German (Pape)

[Seite 714] saftig, Theophr.; auch κρεάδια, Alexis bei Ath. IX, 383 d.

Greek (Liddell-Scott)

ἔγχῡλος: -ον, ὁ ἔχων ἐν ἑαυτῷ χυλόν, τὰ ὄσπρια θερίζουσιν ἐγχυλότερα καὶ πρὸς τὸ δύνασθαι συλλέγειν, ξηρανθέντα γὰρ διαρρεῖ Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 4. 13, 3: «ζουμερὸς» γευστικός, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ἀπεξηραμμένος, τὰ κρεάδι’ ἔσται τ’ οὐκ ἀπεξηραμμένα, ἔγχυλα δ’ ἀτρεμεὶ καὶ δροσώδη Ἄλεξ. ἐν «Λέβητι» 5. 12. - Ἐπίρρ. -λως Ἀρχιγ. παρὰ Γαλην. 8. σ. 156.