περιδύω: Difference between revisions

From LSJ

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336
(13_5)
(6_5)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0573.png Seite 573]] (s. δύω), ringsum ausziehen; ἐπεὶ περίδυσε χιτῶνας, Il. 11, 100; περιδύσαντες αὐτόν, Antiph. 2 β 5; Ath. XIII, 607 f; περιδῦσαι, Hyperid. bei Poll. 7, 44. – Med. und intr. tempp. sich ausziehen, Epicharm. bei D. L. 3, 17, D. Hal. u. a. Sp. – Die VLL. erkl. noch περιδύεται durch εἰσδύεται, κρύπτεται.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0573.png Seite 573]] (s. δύω), ringsum ausziehen; ἐπεὶ περίδυσε χιτῶνας, Il. 11, 100; περιδύσαντες αὐτόν, Antiph. 2 β 5; Ath. XIII, 607 f; περιδῦσαι, Hyperid. bei Poll. 7, 44. – Med. und intr. tempp. sich ausziehen, Epicharm. bei D. L. 3, 17, D. Hal. u. a. Sp. – Die VLL. erkl. noch περιδύεται durch εἰσδύεται, κρύπτεται.
}}
{{ls
|lstext='''περιδύω''': ἀπεκδύω, (πρβλ. [[περιαιρέω]]), [[ἐπεὶ]] περίδυσε χιτῶνας, «ἐπειδή, φησί, τοῦς ἐν τοῖς στήθεσιν αὐτῶν χιτῶνας ἀφείλετο» (Σχόλ.), Ἰλ. Λ. 100· τῶν αὐλητρίδων τὰ ἱμάτια περιέδυεν Ἀθήν. 607F. 2) μετ’ αἰτ. προσώπ., γυμνώνω, εἰ μή ἔφθησαν περιδύσαντες αὐτὸν Ἀντιφῶν 117. 3· π. τὰ νεκρὰ Ἀππ. Ἐμφυλ. 5. 68, κτλ. 3) μετ’ αἰτ. προσώπ. καὶ πράγμ., ἀφαιρῶ τι [[παρά]] τινος, χρήματα π. τινα [[αὐτόθι]] 5. 67· τὰ ἐμὰ [ποιήματα] περιδύσας τό [[μέτρον]] Ἐπίχ. 98 Ahr.
}}
}}

Revision as of 11:22, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιδύω Medium diacritics: περιδύω Low diacritics: περιδύω Capitals: ΠΕΡΙΔΥΩ
Transliteration A: peridýō Transliteration B: peridyō Transliteration C: peridyo Beta Code: peridu/w

English (LSJ)

   A strip off, ἐπεὶ περίδῡσε χιτῶνας Il.11.100 ; τῶν αὐλητρίδων τὰἱμάτια περιέδυεν Ath.13.607f.    2 c.acc.pers., strip, εἰ μὴ ἔφθησαν περιδύσαντες αὐτόν Antipho 2.2.5 ; π. τὰ νεκρά App.BC5.68, etc. : metaph., deprive of authority, J.AJ13.15.3.    3 c. acc. pers. et rei, strip one of a thing, αὐτὰ [ποιήματα] περιδύσας τὸ μέτρον Epich.[254] (dub.); τὰ λοιπὰ π. τινάς App.BC5.67 ; ἑαυτὸν τὴν ἐσθῆτα J.AJ6.11.5.    b c.acc. et gen., π. τὸν ναὸν τῶν ἀναθημάτων ib.9.12.3.

German (Pape)

[Seite 573] (s. δύω), ringsum ausziehen; ἐπεὶ περίδυσε χιτῶνας, Il. 11, 100; περιδύσαντες αὐτόν, Antiph. 2 β 5; Ath. XIII, 607 f; περιδῦσαι, Hyperid. bei Poll. 7, 44. – Med. und intr. tempp. sich ausziehen, Epicharm. bei D. L. 3, 17, D. Hal. u. a. Sp. – Die VLL. erkl. noch περιδύεται durch εἰσδύεται, κρύπτεται.

Greek (Liddell-Scott)

περιδύω: ἀπεκδύω, (πρβλ. περιαιρέω), ἐπεὶ περίδυσε χιτῶνας, «ἐπειδή, φησί, τοῦς ἐν τοῖς στήθεσιν αὐτῶν χιτῶνας ἀφείλετο» (Σχόλ.), Ἰλ. Λ. 100· τῶν αὐλητρίδων τὰ ἱμάτια περιέδυεν Ἀθήν. 607F. 2) μετ’ αἰτ. προσώπ., γυμνώνω, εἰ μή ἔφθησαν περιδύσαντες αὐτὸν Ἀντιφῶν 117. 3· π. τὰ νεκρὰ Ἀππ. Ἐμφυλ. 5. 68, κτλ. 3) μετ’ αἰτ. προσώπ. καὶ πράγμ., ἀφαιρῶ τι παρά τινος, χρήματα π. τινα αὐτόθι 5. 67· τὰ ἐμὰ [ποιήματα] περιδύσας τό μέτρον Ἐπίχ. 98 Ahr.