ἀνακαμψίπνοος: Difference between revisions

From LSJ

ἡ πίστις εἰσάξει, ἡ πεῖρα διδάξει → faith shall lead you, experience shall teach you

Source
(c2)
(6_14)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0191.png Seite 191]] [[ἄνεμος]], ein Wind, der seine Richtung oft ändert, eine Art Wirbelwind, Arist. mund. 4, 14.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0191.png Seite 191]] [[ἄνεμος]], ein Wind, der seine Richtung oft ändert, eine Art Wirbelwind, Arist. mund. 4, 14.
}}
{{ls
|lstext='''ἀνακαμψίπνοος''': ὀ ἐπανακάμπτων [[ἄνεμος]], [[εἶδος]] ἀνεμοστροβίλου, «τῶν ἀνέμων οἱ μέν εἰσιν εὐθύπνοοι, ὁπόσοι διεκπνέουσι [[πρόσω]] κατ’ εὐθεῖαν, οἱ δὲ ἀνακαμψίπνοοι, καθάπερ ὁ [[καικίας]] λεγόμενος» Ἀριστ. π. Κόσμ. 4. 15, - «ο [[καικίας]] καλούμενος» Ἡσύχ.
}}
}}

Revision as of 09:18, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνακαμψίπνοος Medium diacritics: ἀνακαμψίπνοος Low diacritics: ανακαμψίπνοος Capitals: ΑΝΑΚΑΜΨΙΠΝΟΟΣ
Transliteration A: anakampsípnoos Transliteration B: anakampsipnoos Transliteration C: anakampsipnoos Beta Code: a)nakamyi/pnoos

English (LSJ)

ἄνεμος

   A a returning wind, a kind of whirlwind, Arist.Mu.394b36.

German (Pape)

[Seite 191] ἄνεμος, ein Wind, der seine Richtung oft ändert, eine Art Wirbelwind, Arist. mund. 4, 14.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνακαμψίπνοος: ὀ ἐπανακάμπτων ἄνεμος, εἶδος ἀνεμοστροβίλου, «τῶν ἀνέμων οἱ μέν εἰσιν εὐθύπνοοι, ὁπόσοι διεκπνέουσι πρόσω κατ’ εὐθεῖαν, οἱ δὲ ἀνακαμψίπνοοι, καθάπερ ὁ καικίας λεγόμενος» Ἀριστ. π. Κόσμ. 4. 15, - «ο καικίας καλούμενος» Ἡσύχ.