ἐπινῶς: Difference between revisions

From LSJ

εἰ γάρ κεν καὶ σμικρὸν ἐπὶ σμικρῷ καταθεῖο καὶ θαμὰ τοῦτ᾽ ἔρδοις, τάχα κεν μέγα καὶ τὸ γένοιτο → for if you add only a little to a little and do this often, soon that little will become great (Hesiod W&D, 361-362)

Source
(c2)
(6_2)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0966.png Seite 966]] = [[λίαν]], Luc. V. Hist. 2, 25, oder nach Schol. = ἐφελκυστικῶς. Man ändert ἐπιμανῶς.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0966.png Seite 966]] = [[λίαν]], Luc. V. Hist. 2, 25, oder nach Schol. = ἐφελκυστικῶς. Man ändert ἐπιμανῶς.
}}
{{ls
|lstext='''ἐπινῶς''': [[λίαν]] Σουΐδ., ἀναγινωσκόμενον ὑπὸ τοῦ Σχολιαστοῦ ἀντὶ ἐπιμανῶς, ἐν Λουκ. π. Ἀληθ. Ἱστ. 2. 25· «δεῖ γράφειν [[ἐπινῶς]], ἀλλ. οὐκ ἐπιμανῶς. Σημειοῦ δὲ τὸ [[ἐπινῶς]] ἀντὶ τοῦ ἐφελκυστικῶς, [[ἐπεὶ]] καὶ τὸ ἐπινάζει τὸ ἐφέλκεται σημαίνει».
}}
}}

Revision as of 10:43, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπινῶς Medium diacritics: ἐπινῶς Low diacritics: επινώς Capitals: ΕΠΙΝΩΣ
Transliteration A: epinō̂s Transliteration B: epinōs Transliteration C: epinos Beta Code: e)pinw=s

English (LSJ)

   A = λίαν, Suid.; read by Sch. for ἐπιμανῶς in Luc.VH2.25.

German (Pape)

[Seite 966] = λίαν, Luc. V. Hist. 2, 25, oder nach Schol. = ἐφελκυστικῶς. Man ändert ἐπιμανῶς.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπινῶς: λίαν Σουΐδ., ἀναγινωσκόμενον ὑπὸ τοῦ Σχολιαστοῦ ἀντὶ ἐπιμανῶς, ἐν Λουκ. π. Ἀληθ. Ἱστ. 2. 25· «δεῖ γράφειν ἐπινῶς, ἀλλ. οὐκ ἐπιμανῶς. Σημειοῦ δὲ τὸ ἐπινῶς ἀντὶ τοῦ ἐφελκυστικῶς, ἐπεὶ καὶ τὸ ἐπινάζει τὸ ἐφέλκεται σημαίνει».