ἀλοίτης: Difference between revisions

From LSJ

ἱκανὰ τοῖς πολεμίοις ηὐτύχηται → the enemies have had success enough

Source
(c2)
(6_19)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0109.png Seite 109]] ὁ, äol. = [[ἀλείτης]], Empedocl. p. 478. Bei Lycophr. 136 auch ἀλοιτός.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0109.png Seite 109]] ὁ, äol. = [[ἀλείτης]], Empedocl. p. 478. Bei Lycophr. 136 auch ἀλοιτός.
}}
{{ls
|lstext='''ἀλοίτης''': -ου, ὁ, Αἰολ. ἀντὶ [[ἀλείτης]], Ἐμπεδ. παρὰ Πλουτ. 2. 1113Β: - θηλ. Ἀλοῖτις, ιδος, ἡ, ἐπώνυμον τῆς Ἀθηνᾶς, Λυκόφρ. 936.
}}
}}

Revision as of 11:04, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλοίτης Medium diacritics: ἀλοίτης Low diacritics: αλοίτης Capitals: ΑΛΟΙΤΗΣ
Transliteration A: aloítēs Transliteration B: aloitēs Transliteration C: aloitis Beta Code: a)loi/ths

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A = ἀλείτης, avenger, Emp.10:—fem. Ἀλοῖτις, ιδος, ἡ, of Athena, Lyc.936: but ἀλοῖτις, ἡ, = γεντιανή, Ps.-Dsc.3.3; = μανδραγόρα ἄρρεν, Id.4.75. ἀλοιτός, ὁ, (ἀλιτεῖν) = ἀλείτης, Lyc. 136: fem. ἀλοιταί· κοιναί, ἁμαρτωλαί, ποιναί (cf. ἀλοίτης), Hsch.

German (Pape)

[Seite 109] ὁ, äol. = ἀλείτης, Empedocl. p. 478. Bei Lycophr. 136 auch ἀλοιτός.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλοίτης: -ου, ὁ, Αἰολ. ἀντὶ ἀλείτης, Ἐμπεδ. παρὰ Πλουτ. 2. 1113Β: - θηλ. Ἀλοῖτις, ιδος, ἡ, ἐπώνυμον τῆς Ἀθηνᾶς, Λυκόφρ. 936.