παραπληξία: Difference between revisions
From LSJ
(13_3) |
(6_23) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0494.png Seite 494]] ἡ, Lähmung einer Seite, eines Gliedes, des Leibes durch den Schlagfluß, Medic. – Uebertr., Verstandesverrückung, Wahnsinn, VLL. erkl. [[μανία]], LXX. u. a. Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0494.png Seite 494]] ἡ, Lähmung einer Seite, eines Gliedes, des Leibes durch den Schlagfluß, Medic. – Uebertr., Verstandesverrückung, Wahnsinn, VLL. erkl. [[μανία]], LXX. u. a. Sp. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''παραπληξία''': Ἰων. -πληγία, ἡ, [[παράλυσις]] μόνον μέρους, ἡμιπληγία (κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ [[ἀποπληξία]]), Ἱππ. Ἐπιδημ. τὸ Α΄, 950, πρβλ. 1020F περὶ τοῦ τύπου ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύν. 530. ΙΙ. διατάραξις τῶν φρενῶν, [[παραφροσύνη]], Ἑβδ. (Δευτ. ΚΗ΄, 28, κ. ἀλλ.), Οἰνόμ. παρ’ Εὐσ. ἐν Εὐαγγ. Προπ. 213D. - Καθ’ Ἡσύχ.: «[[παραπληξία]]· [[μανία]]». | |||
}} | }} |
Revision as of 09:39, 5 August 2017
English (LSJ)
Ion. παρα-πληγίη, ἡ,
A hemiplegia (opp. ἀποπληξία), Hp.Epid.1.14, 2.3.1 (both pl.), IG12 (9).1179 (Euboea, ii A.D.). II derangement, madness, LXXDe. 28.28, al., Ph.2.556, Oenom. ap. Eus.PE5.22.
German (Pape)
[Seite 494] ἡ, Lähmung einer Seite, eines Gliedes, des Leibes durch den Schlagfluß, Medic. – Uebertr., Verstandesverrückung, Wahnsinn, VLL. erkl. μανία, LXX. u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
παραπληξία: Ἰων. -πληγία, ἡ, παράλυσις μόνον μέρους, ἡμιπληγία (κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ ἀποπληξία), Ἱππ. Ἐπιδημ. τὸ Α΄, 950, πρβλ. 1020F περὶ τοῦ τύπου ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύν. 530. ΙΙ. διατάραξις τῶν φρενῶν, παραφροσύνη, Ἑβδ. (Δευτ. ΚΗ΄, 28, κ. ἀλλ.), Οἰνόμ. παρ’ Εὐσ. ἐν Εὐαγγ. Προπ. 213D. - Καθ’ Ἡσύχ.: «παραπληξία· μανία».