ἀνάπνευσις: Difference between revisions

From LSJ

Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)

Source
(6_8)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνάπνευσις''': -εως, ἡ, ([[ἀναπνέω]]) [[ἀνάκτησις]] ἀναπνοῆς, ἀνακούρισις, [[ἀνάπαυλα]] ἀπό…, ὀλίγη δὲ τ’ [[ἀνάπνευσις]] πολέμοιο Ἰλ. Δ. 801, Π. 43, ΙΙ. [[εἰσπνοή]], Πλάτ. Τίμ. 92B· κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ [[ἔκπνευσις]], Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 1. 11, 7.
|lstext='''ἀνάπνευσις''': -εως, ἡ, ([[ἀναπνέω]]) [[ἀνάκτησις]] ἀναπνοῆς, ἀνακούρισις, [[ἀνάπαυλα]] ἀπό…, ὀλίγη δὲ τ’ [[ἀνάπνευσις]] πολέμοιο Ἰλ. Δ. 801, Π. 43, ΙΙ. [[εἰσπνοή]], Πλάτ. Τίμ. 92B· κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ [[ἔκπνευσις]], Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 1. 11, 7.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />action de reprendre haleine, de se reposer de.<br />'''Étymologie:''' [[ἀναπνέω]].
}}
}}

Revision as of 19:41, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνάπνευσις Medium diacritics: ἀνάπνευσις Low diacritics: ανάπνευσις Capitals: ΑΝΑΠΝΕΥΣΙΣ
Transliteration A: anápneusis Transliteration B: anapneusis Transliteration C: anapnefsis Beta Code: a)na/pneusis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A recovery of breath: respite from, ὀλίγη δέ τ' ἀνάπνευσις πολέμοιο Il.11.801, 16.43.    II breathing in, ὕδατος, of fishes, Pl. Ti.92b; inhalation, opp. ἔκπνευσις, Arist.HA492b8.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνάπνευσις: -εως, ἡ, (ἀναπνέω) ἀνάκτησις ἀναπνοῆς, ἀνακούρισις, ἀνάπαυλα ἀπό…, ὀλίγη δὲ τ’ ἀνάπνευσις πολέμοιο Ἰλ. Δ. 801, Π. 43, ΙΙ. εἰσπνοή, Πλάτ. Τίμ. 92B· κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ ἔκπνευσις, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 1. 11, 7.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
action de reprendre haleine, de se reposer de.
Étymologie: ἀναπνέω.