διοίκισις: Difference between revisions
From LSJ
Ἐπ' ἀνδρὶ δυστυχοῦντι μὴ πλάσῃς κακόν → Miseri miseriae ne quid affingas mali → Vermehre nicht dem Unglücksraben noch sein Leid
(6_8) |
(big3_12) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διοίκισις''': -εως, ἡ, [[διασπορά]], μετοίκισις, μετατόπισις, ἐν τῇ διοικίσει, ὅτ’ ἐκ Κολλυτοῦ διῳκίζετο εἰς… Λυσ. 961, ἐν τέλ. | |lstext='''διοίκισις''': -εως, ἡ, [[διασπορά]], μετοίκισις, μετατόπισις, ἐν τῇ διοικίσει, ὅτ’ ἐκ Κολλυτοῦ διῳκίζετο εἰς… Λυσ. 961, ἐν τέλ. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-εως, ἡ [[cambio de domicilio]] Lys.32.14. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:59, 21 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A removal, change of abode, Lys. 32.14.
Greek (Liddell-Scott)
διοίκισις: -εως, ἡ, διασπορά, μετοίκισις, μετατόπισις, ἐν τῇ διοικίσει, ὅτ’ ἐκ Κολλυτοῦ διῳκίζετο εἰς… Λυσ. 961, ἐν τέλ.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ cambio de domicilio Lys.32.14.