ἐμπεριεκτικός: Difference between revisions
ῥύπος γυνὴ πέφυκεν ἠργυρωμένος → woman is silver-plated dirt, woman is dirt covered with silver
(6_11) |
(big3_14) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐμπεριεκτικός''': -ή, -όν, ὁ ἐμπεριέχων, [[μετὰ]] γεν., εἰσὶ δὲ [[ἔνιοι]] καὶ τῆς αἰτίας ἐμπεριεκτικοὶ ὅροι Κλήμ. Ἀλ. Στρώμ. 8, σ. 330, 31. | |lstext='''ἐμπεριεκτικός''': -ή, -όν, ὁ ἐμπεριέχων, [[μετὰ]] γεν., εἰσὶ δὲ [[ἔνιοι]] καὶ τῆς αἰτίας ἐμπεριεκτικοὶ ὅροι Κλήμ. Ἀλ. Στρώμ. 8, σ. 330, 31. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ή, -όν<br />[[que contiene]], de abstr. [[capaz de abarcar]], [[comprehensivo]] gener. c. gen. οἱ γὰρ ὅροι τῶν γενικῶν ἐμπεριεκτικοί εἰσιν, οὐ μὴν τῶν ἰδικῶν pues las definiciones son comprensivas de lo general, no de lo particular</i> A.D.<i>Pron</i>.4.7, cf. Clem.Al.<i>Strom</i>.8.6.17, τὰ [[γοῦν]] πληθυντικὰ τοῦ πρώτου προσώπου ἐμπεριεκτικὰ δύναται εἶναι A.D.<i>Pron</i>.19.9, [[δύναμις]] ... ἐ. τῶν πάντων Iren.Lugd.<i>Haer</i>.1.12.4, τῶν ὄντων ἐ. φύσις Gr.Nyss.<i>Eun</i>.1.368, ἐ. ... [[δικαιοσύνη]] καὶ τῶν ἄλλων πασῶν ἀρετῶν Ath.Al.M.28.984A, abs. Gr.Naz.M.36.361C<br /><b class="num">•</b>gram., subst. neutr. [[colectivo]] παρὰ τοὺς ἵππους ἐμπεριεκτικόν τι ἀποτελεῖται, τὸ ἱππών a partir de «caballos» se forma un colectivo «caballada»</i> A.D.<i>Synt</i>.231.4. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:28, 21 August 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A comprehending, inclusive, c.gen., A.D.Pron.4.7, al.: abs., Id.Synt.231.3.
German (Pape)
[Seite 812] ή, όν, in sich enthaltend, Clem. Al. u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἐμπεριεκτικός: -ή, -όν, ὁ ἐμπεριέχων, μετὰ γεν., εἰσὶ δὲ ἔνιοι καὶ τῆς αἰτίας ἐμπεριεκτικοὶ ὅροι Κλήμ. Ἀλ. Στρώμ. 8, σ. 330, 31.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
que contiene, de abstr. capaz de abarcar, comprehensivo gener. c. gen. οἱ γὰρ ὅροι τῶν γενικῶν ἐμπεριεκτικοί εἰσιν, οὐ μὴν τῶν ἰδικῶν pues las definiciones son comprensivas de lo general, no de lo particular A.D.Pron.4.7, cf. Clem.Al.Strom.8.6.17, τὰ γοῦν πληθυντικὰ τοῦ πρώτου προσώπου ἐμπεριεκτικὰ δύναται εἶναι A.D.Pron.19.9, δύναμις ... ἐ. τῶν πάντων Iren.Lugd.Haer.1.12.4, τῶν ὄντων ἐ. φύσις Gr.Nyss.Eun.1.368, ἐ. ... δικαιοσύνη καὶ τῶν ἄλλων πασῶν ἀρετῶν Ath.Al.M.28.984A, abs. Gr.Naz.M.36.361C
•gram., subst. neutr. colectivo παρὰ τοὺς ἵππους ἐμπεριεκτικόν τι ἀποτελεῖται, τὸ ἱππών a partir de «caballos» se forma un colectivo «caballada» A.D.Synt.231.4.