τριστιχία: Difference between revisions
From LSJ
μεγάλα ὠφελήσεσθε πρὸς ἱστορίαν τῶν κοινῶν → that will be of great benefit to you in order to understand public affairs
(6_9) |
(42) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τριστιχία''': ἡ, [[τρεῖς]] σειραί, τριπλῆ [[σειρά]], [[φαλάγγωσις]] δέ ἐστιν, [[ὅταν]] [[διστιχία]] ἢ [[τριστιχία]] τῶν ὑπεκφυομένων τριχῶν ᾖ ἐν τῷ ἄνω ἢ ἐν τῷ [[κάτω]] βλεφάρῳ Γαλην. 14. 771. 2) [[ἕνωσις]] τριῶν στίχων, τρ. ἰαμβικὴ Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Βατρ. 324. | |lstext='''τριστιχία''': ἡ, [[τρεῖς]] σειραί, τριπλῆ [[σειρά]], [[φαλάγγωσις]] δέ ἐστιν, [[ὅταν]] [[διστιχία]] ἢ [[τριστιχία]] τῶν ὑπεκφυομένων τριχῶν ᾖ ἐν τῷ ἄνω ἢ ἐν τῷ [[κάτω]] βλεφάρῳ Γαλην. 14. 771. 2) [[ἕνωσις]] τριῶν στίχων, τρ. ἰαμβικὴ Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Βατρ. 324. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ἡ, Α [[τρίστιχος]]<br /><b>1.</b> [[τριπλή]] [[σειρά]] («[[τριστιχία]] τῶν ὑπεκφυομένων τριχῶν», <b>Γαλ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>(μετρ.)</b> [[ένωση]] τριών στίχων. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:58, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A triple row, Gal.14.771. 2 union of three verses, τ. ἰαμβική Sch.Ar.Ra.326 (-στοιχ-).
Greek (Liddell-Scott)
τριστιχία: ἡ, τρεῖς σειραί, τριπλῆ σειρά, φαλάγγωσις δέ ἐστιν, ὅταν διστιχία ἢ τριστιχία τῶν ὑπεκφυομένων τριχῶν ᾖ ἐν τῷ ἄνω ἢ ἐν τῷ κάτω βλεφάρῳ Γαλην. 14. 771. 2) ἕνωσις τριῶν στίχων, τρ. ἰαμβικὴ Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Βατρ. 324.
Greek Monolingual
ἡ, Α τρίστιχος
1. τριπλή σειρά («τριστιχία τῶν ὑπεκφυομένων τριχῶν», Γαλ.)
2. (μετρ.) ένωση τριών στίχων.