ἀρτόπωλις: Difference between revisions

From LSJ

Βούλου δ' ἀρέσκειν πᾶσι, μὴ σαυτῷ μόνῳ → Studeas placere cunctis, non soli tibi → Such allen zu gefallen, nicht nur dir allein

Menander, Monostichoi, 76
(6_1)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀρτόπωλις''': (οὐχὶ ἀρτοπῶλις), ιδος, ἡ, ἡ πωλοῦσα ἄρτον, Ἀριστοφ. Σφ. 238, Βάτρ. 858: ― ἀρσ. -[[πώλης]], ου [[Πολυδ]]. Ζ΄, 21· ἴδε Κ. Κόντου Γλωσσικ. Παρατηρ. σ. 532. 2) ὡς ἐπίθ. [[τηλία]] [[ἀρτόπωλις]], [[κόσκινον]] ἀρτοπώλου, [[Πολυδ]]. Θ΄, 108.
|lstext='''ἀρτόπωλις''': (οὐχὶ ἀρτοπῶλις), ιδος, ἡ, ἡ πωλοῦσα ἄρτον, Ἀριστοφ. Σφ. 238, Βάτρ. 858: ― ἀρσ. -[[πώλης]], ου [[Πολυδ]]. Ζ΄, 21· ἴδε Κ. Κόντου Γλωσσικ. Παρατηρ. σ. 532. 2) ὡς ἐπίθ. [[τηλία]] [[ἀρτόπωλις]], [[κόσκινον]] ἀρτοπώλου, [[Πολυδ]]. Θ΄, 108.
}}
{{bailly
|btext=ιδος (ἡ) :<br />boulangère.<br />'''Étymologie:''' [[ἄρτος]], [[πωλέω]].
}}
}}

Revision as of 19:39, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀρτόπωλις Medium diacritics: ἀρτόπωλις Low diacritics: αρτόπωλις Capitals: ΑΡΤΟΠΩΛΙΣ
Transliteration A: artópōlis Transliteration B: artopōlis Transliteration C: artopolis Beta Code: a)rto/pwlis

English (LSJ)

ιδος, ἡ, fem. of -πώλης, Ar.V.238, Ra.858, PTeb. 119.50 (ii B. C.).    2 as Adj., τηλία ἀ. baker's tray, Poll.9.108.

German (Pape)

[Seite 363] ιδος, ἡ, Brotverkäuferin, Ar. Ran. 857; Anacr. 66, 4; αἱ ἀρτοπώλιδες heißt eine Komödie des Hermipp., Ath. III, 119 d.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρτόπωλις: (οὐχὶ ἀρτοπῶλις), ιδος, ἡ, ἡ πωλοῦσα ἄρτον, Ἀριστοφ. Σφ. 238, Βάτρ. 858: ― ἀρσ. -πώλης, ου Πολυδ. Ζ΄, 21· ἴδε Κ. Κόντου Γλωσσικ. Παρατηρ. σ. 532. 2) ὡς ἐπίθ. τηλία ἀρτόπωλις, κόσκινον ἀρτοπώλου, Πολυδ. Θ΄, 108.

French (Bailly abrégé)

ιδος (ἡ) :
boulangère.
Étymologie: ἄρτος, πωλέω.