ἔκρηξις: Difference between revisions
Ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either
(6_8) |
(big3_14b) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἔκρηξις''': -εως, ἡ, [[διάρρηξις]], Ἱππ. 675. 49· ἔκρ. τῆς πηγῆς Σχόλ. Θεοκρ. 7. 5· πρβλ. [[ἐκραγή]]. ΙΙ. [[διάρρηξις]] εἰς δύο, τοῦ νέφους Ἀριστ. π. Κόσμ. 4. 18. | |lstext='''ἔκρηξις''': -εως, ἡ, [[διάρρηξις]], Ἱππ. 675. 49· ἔκρ. τῆς πηγῆς Σχόλ. Θεοκρ. 7. 5· πρβλ. [[ἐκραγή]]. ΙΙ. [[διάρρηξις]] εἰς δύο, τοῦ νέφους Ἀριστ. π. Κόσμ. 4. 18. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-εως, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[descarga]], [[salida]] τῶν καταμηνίων Hp.<i>Steril</i>.213, ὕδατος Sch.Theoc.7.5-9o<br /><b class="num">•</b>[[reventón]] de un absceso <i>Hippiatr</i>.20.1, 96.3.<br /><b class="num">2</b> [[desgarrón]] τοῦ νέφους Arist.<i>Mu</i>.395<sup>a</sup>15. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:29, 21 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A breaking out, discharge, Hp.Steril.213 ; bursting of an abscess, Hippiatr. 20, al.; ἐ. τοῦ ὕδατος Sch.Theoc.7.5. II bursting asunder, τοῦ νέφους Arist.Mu.395a15.
German (Pape)
[Seite 778] ἡ, der Durchbruch, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
ἔκρηξις: -εως, ἡ, διάρρηξις, Ἱππ. 675. 49· ἔκρ. τῆς πηγῆς Σχόλ. Θεοκρ. 7. 5· πρβλ. ἐκραγή. ΙΙ. διάρρηξις εἰς δύο, τοῦ νέφους Ἀριστ. π. Κόσμ. 4. 18.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 descarga, salida τῶν καταμηνίων Hp.Steril.213, ὕδατος Sch.Theoc.7.5-9o
•reventón de un absceso Hippiatr.20.1, 96.3.
2 desgarrón τοῦ νέφους Arist.Mu.395a15.