ἀπόβλημα: Difference between revisions
From LSJ
οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι· χεῖρες δὲ καὶ ἦτορ ἴσο → this is my speed: my hands and heart are its equal, such am I for speed; my hands and heart are just as good
(6_22) |
(big3_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπόβλημα''': τό, πᾶν ὅ,τι ἀποβάλλεται, ἀπορρίπτεται, Θεοδοτ. Π. Δ., Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Σφῆκ. 545 (542), Ἐτυμ. Μ. 70, 20. | |lstext='''ἀπόβλημα''': τό, πᾶν ὅ,τι ἀποβάλλεται, ἀπορρίπτεται, Θεοδοτ. Π. Δ., Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Σφῆκ. 545 (542), Ἐτυμ. Μ. 70, 20. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[desperdicio]]ref. a la corteza y ramas de un árbol, LXX <i>Sap</i>.13.12, 13, τῶν ἀλφίτων Sch.Ar.<i>Eq</i>.414. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:02, 21 August 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A anything cast away, LXX Wi.13.13, Sch.Ar. Eq.412.
German (Pape)
[Seite 297] τό, Wegwurf, Schol. Ar. Vesp. 543.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπόβλημα: τό, πᾶν ὅ,τι ἀποβάλλεται, ἀπορρίπτεται, Θεοδοτ. Π. Δ., Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Σφῆκ. 545 (542), Ἐτυμ. Μ. 70, 20.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
desperdicioref. a la corteza y ramas de un árbol, LXX Sap.13.12, 13, τῶν ἀλφίτων Sch.Ar.Eq.414.