Ἰᾶπυξ: Difference between revisions
From LSJ
βορβόρῳ δ' ὕδωρ λαμπρὸν μιαίνων οὔποθ' εὑρήσεις ποτόν → once limpid waters are stained with mud, you'll never find a drink
(6_23) |
(Bailly1_3) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Ἰᾶπυξ''': Ἰων. Ἰῆπυξ, ῠγος, ὁ, ὁ ΒΔ. ἢ [[μᾶλλον]] ΔΒΔ. [[ἄνεμος]], καλούμενος καὶ ἀργέστης, Ἀριστ. π. Κόσμ. 4. 12, Ἀποσπ. 238, 11. ΙΙ. Ἰάπῠγες, Ἰων. Ἰήπυγες, οἱ, λαὸς τῆς νοτίου Ἰταλίας, Ἡρόδ. 7. 170· - ἡ Ἰᾱπυγία, Ἰων. Ἰηπυγίη, ἡ [[χώρα]] αὐτῶν, [[αὐτόθι]]· - ἐπίθ. Ἰᾱπύγιος, α, ον, Θουκ. 6. 30. | |lstext='''Ἰᾶπυξ''': Ἰων. Ἰῆπυξ, ῠγος, ὁ, ὁ ΒΔ. ἢ [[μᾶλλον]] ΔΒΔ. [[ἄνεμος]], καλούμενος καὶ ἀργέστης, Ἀριστ. π. Κόσμ. 4. 12, Ἀποσπ. 238, 11. ΙΙ. Ἰάπῠγες, Ἰων. Ἰήπυγες, οἱ, λαὸς τῆς νοτίου Ἰταλίας, Ἡρόδ. 7. 170· - ἡ Ἰᾱπυγία, Ἰων. Ἰηπυγίη, ἡ [[χώρα]] αὐτῶν, [[αὐτόθι]]· - ἐπίθ. Ἰᾱπύγιος, α, ον, Θουκ. 6. 30. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=υγος (ὁ) :<br />vent ouest-nord-ouest.<br />'''Étymologie:''' [[Ἰάπυγες]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:21, 9 August 2017
English (LSJ)
Ion. Ἰῆπυξ, ῠγος, ὁ,
A the NW.(or rather WNW.) wind,= ἀργέστης, Arist.Vent.973b14, Mu.394b26. II Ἰάπῠγες, Ion. Ἰήπῠγες, οἱ, a people of Southern Italy, Hdt.7.170: ἡ Ἰαπυγία, Ion. Ἰηπῠγίη, their
A country, ibid.:—Adj. Ἰᾱπύγιος, α, ον, Iapygian, ἄκρα Th.6.30.
Greek (Liddell-Scott)
Ἰᾶπυξ: Ἰων. Ἰῆπυξ, ῠγος, ὁ, ὁ ΒΔ. ἢ μᾶλλον ΔΒΔ. ἄνεμος, καλούμενος καὶ ἀργέστης, Ἀριστ. π. Κόσμ. 4. 12, Ἀποσπ. 238, 11. ΙΙ. Ἰάπῠγες, Ἰων. Ἰήπυγες, οἱ, λαὸς τῆς νοτίου Ἰταλίας, Ἡρόδ. 7. 170· - ἡ Ἰᾱπυγία, Ἰων. Ἰηπυγίη, ἡ χώρα αὐτῶν, αὐτόθι· - ἐπίθ. Ἰᾱπύγιος, α, ον, Θουκ. 6. 30.
French (Bailly abrégé)
υγος (ὁ) :
vent ouest-nord-ouest.
Étymologie: Ἰάπυγες.