κάτωρ: Difference between revisions

From LSJ
Cicero, Tusculanarum Disputationum, I.45.109
(6_14)
(2b)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κάτωρ''': ὁ, ἐν Ὁμ. Ὕμν. 7. 55, δῖε [[κάτωρ]], [[λέξις]] ἧς οὐδεμία πιθανὴ [[ἑρμηνεία]] ἔχει δοθῇ· ὁ Κῶδιξ Μόσχ. ἔχει δῖ’ ἑκάτωρ.
|lstext='''κάτωρ''': ὁ, ἐν Ὁμ. Ὕμν. 7. 55, δῖε [[κάτωρ]], [[λέξις]] ἧς οὐδεμία πιθανὴ [[ἑρμηνεία]] ἔχει δοθῇ· ὁ Κῶδιξ Μόσχ. ἔχει δῖ’ ἑκάτωρ.
}}
{{elru
|elrutext='''κάτωρ:''' ορος (ᾰ) ὁ предполож, повелитель HH.
}}
}}

Revision as of 22:52, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κάτωρ Medium diacritics: κάτωρ Low diacritics: κάτωρ Capitals: ΚΑΤΩΡ
Transliteration A: kátōr Transliteration B: katōr Transliteration C: kator Beta Code: ka/twr

English (LSJ)

ορος, ὁ, dub. l. (δῖε κ.,

   A v.l. δῖ' ἑκάτωρ) h.Bacch.55.

German (Pape)

[Seite 1407] ορος, ὁ, H. h. 6, 55, ein verderbtes Wort, das man von κάζω, κέκασμαι ableitet, = κάστωρ, der Gebieter erkl., oder in ἄκτωρ ändert.

Greek (Liddell-Scott)

κάτωρ: ὁ, ἐν Ὁμ. Ὕμν. 7. 55, δῖε κάτωρ, λέξις ἧς οὐδεμία πιθανὴ ἑρμηνεία ἔχει δοθῇ· ὁ Κῶδιξ Μόσχ. ἔχει δῖ’ ἑκάτωρ.

Russian (Dvoretsky)

κάτωρ: ορος (ᾰ) ὁ предполож, повелитель HH.