συνεκπλέω: Difference between revisions

From LSJ

θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei

Menander, Monostichoi, 252
(6_12)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνεκπλέω''': Ἰων. -[[πλώω]]· μέλλ. -πλευσεῖσθαι Λυσί. 132. 7. Ἐκπλέω [[ὁμοῦ]] μετά τινος, τινι Ἡρόδ. 1. 5, Θουκ. 4. 3, κτλ.· μετά τινος Λυσί. 132. 16· ἀπολ., [[αὐτόθι]] 7 καὶ 10· ― Συνεκπλέουσα ἢ -αι, [[ὄνομα]] κωμῳδίας τινὸς τοῦ Φιλιππίδου.
|lstext='''συνεκπλέω''': Ἰων. -[[πλώω]]· μέλλ. -πλευσεῖσθαι Λυσί. 132. 7. Ἐκπλέω [[ὁμοῦ]] μετά τινος, τινι Ἡρόδ. 1. 5, Θουκ. 4. 3, κτλ.· μετά τινος Λυσί. 132. 16· ἀπολ., [[αὐτόθι]] 7 καὶ 10· ― Συνεκπλέουσα ἢ -αι, [[ὄνομα]] κωμῳδίας τινὸς τοῦ Φιλιππίδου.
}}
{{bailly
|btext=s’embarquer avec, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[ἐκπλέω]].
}}
}}

Revision as of 19:24, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεκπλέω Medium diacritics: συνεκπλέω Low diacritics: συνεκπλέω Capitals: ΣΥΝΕΚΠΛΕΩ
Transliteration A: synekpléō Transliteration B: synekpleō Transliteration C: synekpleo Beta Code: sunekple/w

English (LSJ)

Ion. συνεκ-πλώω: fut. inf.

   A -πλευσεῖσθαι Lys.13.25:—sail out along with, c. dat., Hdt.1.5, etc.; μετά τινος Lys.13.27: abs., ib.25, Th.4.3: Συνεκπλέουσα or -αι, name of a Comedy by Philippides.

German (Pape)

[Seite 1013] (s. πλέω), mit od. zugleich zu Schiffe herausfahren; Thuc. 4, 3; Lys. 13, 23; Is. 6, 2; Dem. u. Folgde, wie Luc. D. D. 20, 15. S. συνεκπλώω.

Greek (Liddell-Scott)

συνεκπλέω: Ἰων. -πλώω· μέλλ. -πλευσεῖσθαι Λυσί. 132. 7. Ἐκπλέω ὁμοῦ μετά τινος, τινι Ἡρόδ. 1. 5, Θουκ. 4. 3, κτλ.· μετά τινος Λυσί. 132. 16· ἀπολ., αὐτόθι 7 καὶ 10· ― Συνεκπλέουσα ἢ -αι, ὄνομα κωμῳδίας τινὸς τοῦ Φιλιππίδου.

French (Bailly abrégé)

s’embarquer avec, τινι.
Étymologie: σύν, ἐκπλέω.