ἀνοιδαίνω: Difference between revisions

From LSJ

ὦ φίλον ὕπνου θέλγητρον, ἐπίκουρον νόσου → o dearest charm of sleep, ally against sickness

Source
(6_22)
(big3_4)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνοιδαίνω''': φουσκώνω, ἐνεργ. [[κάμνω]] τι νὰ φουσκώσῃ, Πλωτῖν. 449D · μέσ. ἀόρ. ἀνοιδῆναι Κόϊντ. Σμ. Ξ. 470: - Παθ., ἐξογκοῦμαι, ἐπὶ τῶν μυώνων, Χρηστοδ. Ἔκφρ. 234. ΙΙ. ἀμετάβ., = [[ἀνοιδέω]] Νίκ. Παρ’ Ἀθην. 126C.
|lstext='''ἀνοιδαίνω''': φουσκώνω, ἐνεργ. [[κάμνω]] τι νὰ φουσκώσῃ, Πλωτῖν. 449D · μέσ. ἀόρ. ἀνοιδῆναι Κόϊντ. Σμ. Ξ. 470: - Παθ., ἐξογκοῦμαι, ἐπὶ τῶν μυώνων, Χρηστοδ. Ἔκφρ. 234. ΙΙ. ἀμετάβ., = [[ἀνοιδέω]] Νίκ. Παρ’ Ἀθην. 126C.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> tr. [[hinchar]] de los vientos ἀνοιδῆναι τε θάλασσαν Q.S.14.470.<br /><b class="num">2</b> intr. [[hincharse]] τὸ ἀνοιδαῖνον συστεῖλαι Poll.4.179, ἀνοιδαίνει βαρὺ κρῖμνον Nic.<i>Fr</i>.68.7, φῶτες ἀνοιδαίνοντες ὀλέθρῳ cuerpos que se hinchan con la muerte</i> de ahogados, Nonn.<i>D</i>.6.279<br /><b class="num">•</b>tb. en v. med. ἀνοιδαίνοντο δὲ μαζοί Nonn.<i>D</i>.9.57.
}}
}}

Revision as of 11:54, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνοιδαίνω Medium diacritics: ἀνοιδαίνω Low diacritics: ανοιδαίνω Capitals: ΑΝΟΙΔΑΙΝΩ
Transliteration A: anoidaínō Transliteration B: anoidainō Transliteration C: anoidaino Beta Code: a)noidai/nw

English (LSJ)

   A blow up, inflate, Poll.4.179: aor. inf. ἀνοιδῆναι Q.S. 14.470.    II intr., = ἀνοιδέω, Nic.Fr.68.7.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνοιδαίνω: φουσκώνω, ἐνεργ. κάμνω τι νὰ φουσκώσῃ, Πλωτῖν. 449D · μέσ. ἀόρ. ἀνοιδῆναι Κόϊντ. Σμ. Ξ. 470: - Παθ., ἐξογκοῦμαι, ἐπὶ τῶν μυώνων, Χρηστοδ. Ἔκφρ. 234. ΙΙ. ἀμετάβ., = ἀνοιδέω Νίκ. Παρ’ Ἀθην. 126C.

Spanish (DGE)

1 tr. hinchar de los vientos ἀνοιδῆναι τε θάλασσαν Q.S.14.470.
2 intr. hincharse τὸ ἀνοιδαῖνον συστεῖλαι Poll.4.179, ἀνοιδαίνει βαρὺ κρῖμνον Nic.Fr.68.7, φῶτες ἀνοιδαίνοντες ὀλέθρῳ cuerpos que se hinchan con la muerte de ahogados, Nonn.D.6.279
tb. en v. med. ἀνοιδαίνοντο δὲ μαζοί Nonn.D.9.57.