ὑποδεξίη: Difference between revisions
From LSJ
αὔριον ὔμμε πάσας ἐγὼ λουσῶ Συβαρίτιδος ἔνδοθι λίμνας → tomorrow I'll wash you one and all in Sybaris lake
(6_11) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑποδεξίη''': ἡ, ὡς τὸ [[ὑποδοχή]], ἡ ὑποδοχὴ καὶ [[περιποίησις]] ξένου, μέσα ὑποδοχῆς, πᾶσα τοι ἔσθ’ [[ὑποδεξίη]] [ῑ] Ἰλ. Ι. 73. | |lstext='''ὑποδεξίη''': ἡ, ὡς τὸ [[ὑποδοχή]], ἡ ὑποδοχὴ καὶ [[περιποίησις]] ξένου, μέσα ὑποδοχῆς, πᾶσα τοι ἔσθ’ [[ὑποδεξίη]] [ῑ] Ἰλ. Ι. 73. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ης (ἡ) :<br />préparatifs pour une réception ; réception.<br />'''Étymologie:''' [[ὑποδέξιος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:26, 9 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A = ὑποδοχή 1.2, reception of a guest, means of entertainment, πᾶσά τοί ἐσθ' ὑποδεξίη [ῑ] Il.9.73.
German (Pape)
[Seite 1214] ἡ, Aufnahme, bes. gastliche Bewirthung, auch der dazu gehörige Vorrath, Vermögen zur Aufnahme eines Gastes, πᾶσά τοι ἔσθ' ὑποδιξίη Il. 9, 73 [wo ι lang gebraucht ist].
Greek (Liddell-Scott)
ὑποδεξίη: ἡ, ὡς τὸ ὑποδοχή, ἡ ὑποδοχὴ καὶ περιποίησις ξένου, μέσα ὑποδοχῆς, πᾶσα τοι ἔσθ’ ὑποδεξίη [ῑ] Ἰλ. Ι. 73.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
préparatifs pour une réception ; réception.
Étymologie: ὑποδέξιος.