συμπροξενέω: Difference between revisions
From LSJ
(6_5) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συμπροξενέω''': βοηθῶ παρέχων τὰ μέσα, συμπράττω εἴς τι, συμπροξένησον ὡς τύχω μαντευμάτων Εὐρ. Ἑλ. 146, [[ἔνθα]] ὁ Jacobs διώρθωσε: σὺ προξένησον, ἴδε σημ. Paley ἐν τόπῳ. | |lstext='''συμπροξενέω''': βοηθῶ παρέχων τὰ μέσα, συμπράττω εἴς τι, συμπροξένησον ὡς τύχω μαντευμάτων Εὐρ. Ἑλ. 146, [[ἔνθα]] ὁ Jacobs διώρθωσε: σὺ προξένησον, ἴδε σημ. Paley ἐν τόπῳ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br />aider qqn, [[ὡς]] pour.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[προξενέω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:55, 9 August 2017
English (LSJ)
A help in furnishing with means, E.Hel.146 codd. LP, but σὺ πρ. is prob.
German (Pape)
[Seite 990] mit dazu verhelfen, συμπροξένησον, ὡς τύχω μαντευμάτων, Eur. Hel. 145.
Greek (Liddell-Scott)
συμπροξενέω: βοηθῶ παρέχων τὰ μέσα, συμπράττω εἴς τι, συμπροξένησον ὡς τύχω μαντευμάτων Εὐρ. Ἑλ. 146, ἔνθα ὁ Jacobs διώρθωσε: σὺ προξένησον, ἴδε σημ. Paley ἐν τόπῳ.