μελαντειχής: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἀεὶ ταῦτα οὕτως ἔχειν ἐχάλασαν → relaxed the strictness of the doctrine of perpetual strife

Source
(6_7)
(Bailly1_3)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''μελαντειχής''': -ές, ὁ ἔχων μέλανα τείχη, [[δόμος]] Περσεφόνης Πινδ. Ο. 14. 28, [[ἔνθα]] ὁ Bückh [[μελανοτειχής]].
|lstext='''μελαντειχής''': -ές, ὁ ἔχων μέλανα τείχη, [[δόμος]] Περσεφόνης Πινδ. Ο. 14. 28, [[ἔνθα]] ὁ Bückh [[μελανοτειχής]].
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />aux murs noirs.<br />'''Étymologie:''' [[μέλας]], [[τεῖχος]].
}}
}}

Revision as of 20:02, 9 August 2017

German (Pape)

[Seite 120] δόμος, Περσεφόνης, mit schwarzen Mauern, Pind. Ol. 14, 20.

Greek (Liddell-Scott)

μελαντειχής: -ές, ὁ ἔχων μέλανα τείχη, δόμος Περσεφόνης Πινδ. Ο. 14. 28, ἔνθα ὁ Bückh μελανοτειχής.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
aux murs noirs.
Étymologie: μέλας, τεῖχος.