ἀνηλεής: Difference between revisions

From LSJ

Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut

Menander, Monostichoi, 66
(6_7)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνηλεής''': -ές, κρείτων [[τύπος]] τοῦ ἀνελεής, ὁ [[ἄνευ]] οἴκτου, ἄσπλαχνος, [[σκληρός]], Καλλ. εἰς Δῆλ. 106, Ἀππ. Μιθρ. 38· ποιητ. αἰτ. ἀνηλέα (ὡς εἰ ἐξ. ὀνομ. [[ἀνηλής]]) Συλλ. Ἐπιγρ. 5172, πρβλ. Ἀνέκδ, Ὀξέων. 1. 60. - Ἐπίρρ. -εῶς Ἀνδοκ. 34. 14, Πλάτ. Νόμ. 697D: πρβλ. [[νηλεής]].
|lstext='''ἀνηλεής''': -ές, κρείτων [[τύπος]] τοῦ ἀνελεής, ὁ [[ἄνευ]] οἴκτου, ἄσπλαχνος, [[σκληρός]], Καλλ. εἰς Δῆλ. 106, Ἀππ. Μιθρ. 38· ποιητ. αἰτ. ἀνηλέα (ὡς εἰ ἐξ. ὀνομ. [[ἀνηλής]]) Συλλ. Ἐπιγρ. 5172, πρβλ. Ἀνέκδ, Ὀξέων. 1. 60. - Ἐπίρρ. -εῶς Ἀνδοκ. 34. 14, Πλάτ. Νόμ. 697D: πρβλ. [[νηλεής]].
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />sans pitié.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[ἔλεος]].
}}
}}

Revision as of 19:42, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνηλεής Medium diacritics: ἀνηλεής Low diacritics: ανηλεής Capitals: ΑΝΗΛΕΗΣ
Transliteration A: anēleḗs Transliteration B: anēleēs Transliteration C: anileis Beta Code: a)nhleh/s

English (LSJ)

ές,

   A = ἀνελεής, without pity, unmerciful, Men.Epit.478, Call.Del.106, Parth.14.2, App.Mith.38; poet. acc. ἀνηλέα (as if from ἀνηλής) Epigr.Gr.418 (Cyrene); gen. ἀνηλέος Man.1.263; ἀνηλής is dub. in Alcm.81, cf.An.Ox.1.60. Adv. -εῶς Hp.Aff.40, And.4.39.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνηλεής: -ές, κρείτων τύπος τοῦ ἀνελεής, ὁ ἄνευ οἴκτου, ἄσπλαχνος, σκληρός, Καλλ. εἰς Δῆλ. 106, Ἀππ. Μιθρ. 38· ποιητ. αἰτ. ἀνηλέα (ὡς εἰ ἐξ. ὀνομ. ἀνηλής) Συλλ. Ἐπιγρ. 5172, πρβλ. Ἀνέκδ, Ὀξέων. 1. 60. - Ἐπίρρ. -εῶς Ἀνδοκ. 34. 14, Πλάτ. Νόμ. 697D: πρβλ. νηλεής.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
sans pitié.
Étymologie: ἀ, ἔλεος.