τοιχίζω: Difference between revisions

From LSJ

Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)

Source
(6_1)
(41)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τοιχίζω''': ([[τοῖχος]] 2) ἐπὶ πλοίου, [[πλαγιάζω]], [[κλίνω]] πρὸς τὴν μίαν πλευράν, κλίνεται δὲ κοῖλον τοιχίσαν τὸ [[σκάφος]] Ἀχιλλ. Τάτ. 3. 1, Εὐστ. 1021. 12.
|lstext='''τοιχίζω''': ([[τοῖχος]] 2) ἐπὶ πλοίου, [[πλαγιάζω]], [[κλίνω]] πρὸς τὴν μίαν πλευράν, κλίνεται δὲ κοῖλον τοιχίσαν τὸ [[σκάφος]] Ἀχιλλ. Τάτ. 3. 1, Εὐστ. 1021. 12.
}}
{{grml
|mltxt=ΝΜΑ [[τοῑχος]]<br />(για [[πλοίο]]) [[γέρνω]] [[προς]] τη μια [[πλευρά]], [[γέρνω]], [[μπατάρω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[κλείνω]] με τοίχο.
}}
}}

Revision as of 12:40, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τοιχίζω Medium diacritics: τοιχίζω Low diacritics: τοιχίζω Capitals: ΤΟΙΧΙΖΩ
Transliteration A: toichízō Transliteration B: toichizō Transliteration C: toichizo Beta Code: toixi/zw

English (LSJ)

(

   A τοῖχος 2) of a ship, lie on her beam ends, Ach.Tat.3.1, Eust.1021.12.

German (Pape)

[Seite 1125] auf die Seite hangen, sich auf eine Seite neigen, vom Schiffe, das der Sturm auf eine Seite wirst, Achill. Tat. 3, 1.

Greek (Liddell-Scott)

τοιχίζω: (τοῖχος 2) ἐπὶ πλοίου, πλαγιάζω, κλίνω πρὸς τὴν μίαν πλευράν, κλίνεται δὲ κοῖλον τοιχίσαν τὸ σκάφος Ἀχιλλ. Τάτ. 3. 1, Εὐστ. 1021. 12.

Greek Monolingual

ΝΜΑ τοῑχος
(για πλοίο) γέρνω προς τη μια πλευρά, γέρνω, μπατάρω
νεοελλ.
κλείνω με τοίχο.