μετροειδής: Difference between revisions

From LSJ

λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored

Source
(6_7)
(25)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μετροειδής''': -ές, ὁ [[ὅμοιος]] πρὸς [[μέτρον]], [[μετρικός]], μνημονεύεται ἐκ τοῦ Δημητρ. Φαληρ.
|lstext='''μετροειδής''': -ές, ὁ [[ὅμοιος]] πρὸς [[μέτρον]], [[μετρικός]], μνημονεύεται ἐκ τοῦ Δημητρ. Φαληρ.
}}
{{grml
|mltxt=[[μετροειδής]], -ές (Α)<br />όμοιος με [[μέτρο]] ή ρυθμό, [[μετρικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέτρον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ειδής</i>].
}}
}}

Revision as of 07:38, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μετροειδής Medium diacritics: μετροειδής Low diacritics: μετροειδής Capitals: ΜΕΤΡΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: metroeidḗs Transliteration B: metroeidēs Transliteration C: metroeidis Beta Code: metroeidh/s

English (LSJ)

ές,

   A like metre, metrical, Demetr.Eloc.181,182.

German (Pape)

[Seite 163] ές, dem Versmaaß, Rhythmus ähnlich, Demetr. Phaler. 184.

Greek (Liddell-Scott)

μετροειδής: -ές, ὁ ὅμοιος πρὸς μέτρον, μετρικός, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Δημητρ. Φαληρ.

Greek Monolingual

μετροειδής, -ές (Α)
όμοιος με μέτρο ή ρυθμό, μετρικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέτρον + -ειδής].