ταυροφανής: Difference between revisions

From LSJ

οὕτως εἴη ἡμίν ὁ Θεός βοηθός καὶ τὸ ἱερὸν Αὐτοῦ Εὐαγγέλιον ὧδε ἐμφανισθέντα-ὁρκισθέντα → so help us God and Ηis holy Gospel the things here declared and sworn

Source
(6_8)
(40)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ταυροφᾰνής''': -ές, ὁ φαινόμενος ὡς [[ταῦρος]], [[ὅμοιος]] ταύρῳ, Διον. Π. 642.
|lstext='''ταυροφᾰνής''': -ές, ὁ φαινόμενος ὡς [[ταῦρος]], [[ὅμοιος]] ταύρῳ, Διον. Π. 642.
}}
{{grml
|mltxt=-ές, Α<br />αυτός που έχει την [[εμφάνιση]] ταύρου, που μοιάζει με ταύρο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ταῦρος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>φανής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φαίνω]] / [[φαίνομαι]]), <b>πρβλ.</b> <i>ἐλεφαντο</i>-<i>φανής</i>].
}}
}}

Revision as of 12:55, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ταυροφᾰνής Medium diacritics: ταυροφανής Low diacritics: ταυροφανής Capitals: ΤΑΥΡΟΦΑΝΗΣ
Transliteration A: taurophanḗs Transliteration B: taurophanēs Transliteration C: tavrofanis Beta Code: taurofanh/s

English (LSJ)

ές,

   A bull-like, D.P.642.

German (Pape)

[Seite 1074] ές, stierähnlich, D. Per. 642.

Greek (Liddell-Scott)

ταυροφᾰνής: -ές, ὁ φαινόμενος ὡς ταῦρος, ὅμοιος ταύρῳ, Διον. Π. 642.

Greek Monolingual

-ές, Α
αυτός που έχει την εμφάνιση ταύρου, που μοιάζει με ταύρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταῦρος + -φανής (< φαίνω / φαίνομαι), πρβλ. ἐλεφαντο-φανής].