σφακτός: Difference between revisions

From LSJ

Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα, τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. → For thine is the kingdom, and the power, and the glory, of the Father, and of the Son, and of the Holy Spirit forever and ever. Amen.

Source
(6_10)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''σφακτός''': -ή, -όν, ἐσφασμένος, πεφονευμένος, σφακτὰν κυσὶ φοινίαν δαῖτα Εὐρ. Ἑκ. 1077.
|lstext='''σφακτός''': -ή, -όν, ἐσφασμένος, πεφονευμένος, σφακτὰν κυσὶ φοινίαν δαῖτα Εὐρ. Ἑκ. 1077.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />égorgé, immolé.<br />'''Étymologie:''' [[σφάζω]].
}}
}}

Revision as of 19:33, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σφακτός Medium diacritics: σφακτός Low diacritics: σφακτός Capitals: ΣΦΑΚΤΟΣ
Transliteration A: sphaktós Transliteration B: sphaktos Transliteration C: sfaktos Beta Code: sfakto/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A slain, slaughtered, δαίς E.Hec.1078 (lyr.) θηρία Rev.Arch.30(1929).29 (Gortyn, iv A.D.).

Greek (Liddell-Scott)

σφακτός: -ή, -όν, ἐσφασμένος, πεφονευμένος, σφακτὰν κυσὶ φοινίαν δαῖτα Εὐρ. Ἑκ. 1077.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
égorgé, immolé.
Étymologie: σφάζω.