ἐνδοθίδιος: Difference between revisions
From LSJ
Ζῆν οὐκ ἔδει γυναῖκα κατὰ πολλοὺς τρόπους → Nullam esse decuit feminam multis modis → Kein Leben steht der Frau aus vielen Gründen zu
(6_4) |
(big3_14) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐνδοθίδιος''': -α, -ον, (ἐκ τοῦ [[ἔνδοθεν]] κατὰ Κομπαρέττην), ἀνήκων τῇ οἰκίᾳ, [[οἰκιακός]], τὰν ἐνδοθιδίαν δώλαν Ἐπιγρ. Κρήτης Νομοθ. Γόρτ. ΙΙ11. | |lstext='''ἐνδοθίδιος''': -α, -ον, (ἐκ τοῦ [[ἔνδοθεν]] κατὰ Κομπαρέττην), ἀνήκων τῇ οἰκίᾳ, [[οἰκιακός]], τὰν ἐνδοθιδίαν δώλαν Ἐπιγρ. Κρήτης Νομοθ. Γόρτ. ΙΙ11. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-α, -ον<br />[[que vive en la casa]], [[que pertenece a la casa]], [[doméstico]] δόλα <i>ICr</i>.4.72.2.11 (Gortina V a.C.). | |||
}} | }} |
Revision as of 12:08, 21 August 2017
English (LSJ)
α, ον,
A belonging to the house, Leg.Gort.2.11.
Greek (Liddell-Scott)
ἐνδοθίδιος: -α, -ον, (ἐκ τοῦ ἔνδοθεν κατὰ Κομπαρέττην), ἀνήκων τῇ οἰκίᾳ, οἰκιακός, τὰν ἐνδοθιδίαν δώλαν Ἐπιγρ. Κρήτης Νομοθ. Γόρτ. ΙΙ11.
Spanish (DGE)
-α, -ον
que vive en la casa, que pertenece a la casa, doméstico δόλα ICr.4.72.2.11 (Gortina V a.C.).